Ταμένο blog...
στίγματα κάποιων στιγμών
και θαυμάτων

Πέμπτη 26 Ιουλίου 2012

Απολυτίκιο της Αγ. Παρασκευής - 26 ΙΟΥΛΙΟΥ

Απολυτίκιο της Αγ. Παρασκευής

ΑΓΙΑ ΜΑΡΚΕΛΛΑ



ΑΓΙΑ ΜΑΡΚΕΛΛΑ

Υγ. Σοκ έχω πάθει απόψε, που προχθές στο μοναστήρι του Αγίου Εφραίμ "στάθηκα" πολύ στην Αγία Μαρκέλλα, χωρίς να ξέρω ότι γιόρταζε εκείνη την ημέρα! 22 Ιουλίου!

Δεν την ήξερα την Αγία...
Απίστευτα πράγματα! Δεν εξηγώ, τίποτα!

Υγ. 2. Κάποιες πηγές δεν επιτρέπουν την αντιγραφή, γι' αυτό κάνω λινγκ.

ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Αγάπα με - Γιώργος Κατσαρός - Άγιος Εφραίμ Νέας Μάκρης

Για άλλη μια φορά με έφερες κοντά Σου! Πολλά τα θαύματά σου και τα Σημάδια Σου! Κάποια... τα είδα απόψε! ΑΠΙΣΤΕΥΤΟΣ!!! Σ' ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ!

Δευτέρα 16 Ιουλίου 2012

Αγία Μαρίνα


Με τις ημερομηνίες δεν τα πάω καλά.
Συνήθως, δεν ξέρω πόσο έχει ο μήνας, εκτός απ' το τέλος του ... που έχω πολλές δόσεις...
Σήμερα ξύπνησα με την μορφή μιας ανηψιάς μου (από ξάδελφο), ονόματι Μαρίνα, μα δεν θυμόμουνα το όνειρο.
Στην πορεία της μέρας το ξέχασα.

Τ' απόγευμα στη θάλασσα θυμήθηκε ο άντρας μου να μου πει:
"Καίτη, ξέχασα να σου πω, πως μου είπε ο Αλέκος, να πάτε απόψε στην Αγιά Μαρίνα! Έχει κάνει ετοιμασία!"
Έπαθα ένα ταράκουλο, όχι γιατί ο μήνας είχε 16 και μου ξέφυγε η 17, αλλά γιατί ήταν ήδη αργά, για να βρεθώ εκεί που ήθελα να πάω τόσα χρόνια!
"Δεν πειράζει, του χρόνου, να είμαστε καλά!" του είπα, όταν είδα πως παρόλη την κούρασή του, ήθελε να με πάει Ζαγορά, κι από κει, κάποιον τρόπο θα έβρισκα να φτάσω στο Πουρί, μετά στο βουνό και στο εξωκκλήσι της Αγίας Μαρίνας!
"Να, το όνειρο!" σκέφτηκα και τι ήθελε να μου πει.

Μεγάλη η χάρη της Αγίας Μαρίνας! Την έχω δίπλα στο καντηλάκι μου, εδώ και χρόνια.
"Χρόνια Πολλά" κι ευτυχισμένα σε όσες και όσους γιορτάζουν!

Για να την Αγία Μαρίνα θα διαβάσετε εδώ, γιατί απ' ότι είδα είναι κλειδωμένα τα κόπυ.

http://www.matia.gr/7/72/7203/7203_4_01.html

Ο Αρχάγγελος Γαβριήλ

Προχθές το βράδυ πότιζα τον κήπο και η καμπάνα του Αγίου Νεκταρίου έφτανε δυνατά στ' αυτιά μου.
"΄Μάλλον ο παππάς διαβάζει εσπερινό", σκέφτηκα, μα μετά, αφού αυτή επέμενε να φτάνει στ' αυτιά μου "θα έχει κάποια αγρυπνία πάλι" σκέφτηκα, "όταν θ' ανέβω πάνω, να θυμηθώ να κοιτάξω το ημερολόγιο".
Συνέχιζα να ποτίζω, να σκουπίζω και να μαζεύω τα ξερά που πέφτουν απ' τα δέντρα, ο ήχος της καμπάνας μου τρυπούσε τ' αυτιά, ώσπου κάποια στιγμή ρώτησα την γειτόνισσα:
"Τι γιορτή είναι αύριο και χτυπάει συνέχεια η καμπάνα, ξέρεις;"
"Δεν ακούω τίποτα, θα κοιτάξω το ημερολόγιο..." μου είπε.
Σε λίγο βγήκε και μου λέει:
"Του Γαβριήλ γράφει εδώ, αλλά δεν έχει σταυρό μπροστά."
"Δεν πειράζει. Σ' ευχαριστώ", της είπα.

Καθώς έμαθα, δεν ξαναάκουσα καμπάνα, ούτε όσο ήμουνα κάτω, ούτε μετά, πάνω.

Αρχάγγελος Γαβριήλ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Ο Αρχάγγελος Γαβριήλ, βυζαντινή εικόνα (1387–1395)
Ο Αρχάγγελος Γαβριήλ είναι ένας από τους απροσμέτρητους αγγέλους. Το όνομά του σημαίνει «ο Θεός είναι η δύναμη μου» και είναι ένας από τους λίγους αγγέλους που ονοματίζονται στην Αγία Γραφή[1].
Ο Αρχάγγελος Γαβριήλ είναι ο άγγελος που εμφανίστηκε στο προφήτη Δανιήλ. Στην γυναίκα του Μανωέ, και της αναγγέλλει πως θα γεννήσει τον Σαμψών. Στον Ιωακείμ και την Άννα, και τους αναγγέλλει πως θα γεννήσουν την Παναγία. Στον ιερέα Ζαχαρία, πως θα γεννήσει τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο. Αυτός ήταν που έτρεφε με ουράνιο άρτο την Παναγία, μέσα στα Άγια των Αγίων, αλλά ήταν και ο άγγελος που έφερε το χαρμόσυνο μήνυμα στην Παναγία περί της γεννήσεως του Ιησού Χριστού. Αυτός καθησύχασε τους φόβους του Ιωσήφ. Αυτός παρουσιάστηκε στους βοσκούς. Αυτός είπε στον Ιωσήφ, να πάρει την Μαρία και το βρέφος και να φύγει στην Αίγυπτο και ύστερα από καιρό, να επιστρέψει στη γη του Ισραήλ. Αυτός υπηρέτησε μέχρι τέλους το μυστήριο της ενσάρκου οικονομίας του Θεού Λόγου.
Στα νεώτερα χρόνια στον Ιερό Ναό του Πρωτάτου, στις Καρυές του Αγ. Όρους εμφανίστηκε ο Αρχάγγελος Γαβριήλ σε έναν μοναχό και μπροστά στην εικόνα της Παναγίας άρχισε να ψάλλει το «Άξιον Εστί». Του μοναχού του άρεσε αυτός ο ύμνος, αλλά στεναχωρέθηκε γιατί θα το ξεχνούσε. Ο Αρχάγγελος Γαβριήλ όμως με το δάχτυλό του χάραξε τον ύμνο πάνω σε μαρμάρινη πλάκα. Έτσι η εικόνα της Παναγίας ονομάστηκε «Άξιον Εστί» και υπάρχει μέχρι σήμερα η θαυματουργική αυτή εικόνα της Παναγίας «Άξιον Εστί» υπενθυμίζοντάς μας ότι η ύπαρξη των αγγέλων είναι μία πραγματικότητα, καθώς και ο ίδιος ο Αρχάγγελος Γαβριήλ.
Ο Αρχάγγελος Γαβριήλ τιμάται από την Ορθόδοξη εκκλησία στις 26 Μαρτίου, στις 13 Ιουλίου, καθώς επίσης και στις 8 Νοεμβρίου, μαζί με τον Μιχαήλ (η Σύναξη αυτών).

Φύλο

Ο Γαβριήλ συνήθως ζωγραφίζεται και αναφέρεται ως αρσενικός, αλλά μερικές φορές επίσης ως ανδρόγυνο ή θηλυκό, όπως σε μερικές εικόνες σύγχρονης τέχνης, σε τουλάχιστον ένα βιντεοπαιχνίδι (το Shin Megami Tensei), στη λαϊκή φαντασία, και σε διάφορες ιδέες που κυκλοφορούν στους χώρους της Νέας Εποχής που λένε οτι παρ'όλο που όλοι οι άγγελοι είναι ανδρόγυνα, ο Γαβριήλ είναι περισσότερο θηλυκός παρά αρσενικός, μια άποψη που οι νεοεποχίτες βασίζουν σε αστρολογικά χαρακτηριστικά.[2][3][4][5][6][7][8] Ωστόσο, σύμφωνα με τη παραδοσιακή Χριστιανική βίβλο, όλοι οι άγγελοι δεν είναι ούτε αρσενικοί μα ούτε και θηλυκοί, και επίσης δεν αναπαράγονται ούτε και παντρεύονται.[9]

Ο Άγιος Μηνάς - Θαύμα

πηγή: http://www.imka.gr/synaksarion/krites-agioi/krites-agioi35.html

Άγιος Μηνάς ο μεγαλομάρτυρας 11/11

Άγιος Μηνάς ο μεγαλομάρτυρας
Ο Άγιος Μηνάς γεννήθηκε στην Αίγυπτο στα μέσα περίπου του 3ου αιώνα μ.Χ. από γονείς ειδωλολάτρες. Ωστόσο, το ειδωλολατρικό περιβάλλον στο οποίο μεγάλωνε, δεν κατάφερε να σκληρύνει την καρδιά του η οποία, όταν ήλθε η στιγμή, σκίρτησε ακούγοντας την φωνή του «ετάζοντος καρδίας και νεφρούς» (Ψλμ.7,10) Θεού και έτσι ο, έφηβος ακόμη, Μηνάς έγινε χριστιανός.
Μεγαλώνοντας, επέλεξε να σταδιοδρομήσει στον Ρωμαϊκό στρατό, στο ιππικό τάγμα των Ρουταλικών, υπό την διοίκηση του Αργυρίσκου. Η έδρα της μονάδας του ήταν στο Κοτυάειον (σημερινή Κιουτάχεια) της Μικράς Ασίας. Εκεί ο Μηνάς διακρίθηκε και για την φρόνησή του αλλά και για το ανδρείο του φρόνημα και γι’ αυτό έχαιρε εκτιμήσεως στο κύκλο των στρατιωτικών.
Δυστυχώς όμως, τρεις αιώνες μετά την έλευση του Χριστού και ο παλαιός κόσμος ακόμη δεν ήθελε να δεχθεί το λυτρωτικό μήνυμα της Αναστάσεως, παραμένοντας αυτάρεσκα, εγωιστικά και αυτοκαταστροφικά προσκολλημένος στη φθορά και το σκοτάδι. Οι αυτοκράτορες της Ρώμης άρχισαν και πάλι «προς κέντρα λακτίζειν» (Πράξεις 26,14). Ο Διοκλητιανός και ο Μαξιμιανός διέταξαν διωγμό εναντίον των λογικών προβάτων του Χριστού, διωγμό ο οποίος κράτησε από το 303 έως το 311 μ.Χ. Έτσι, οι Ρωμαίοι στρατιώτες διατάχθηκαν να συλλαμβάνουν και να τυραννούν τους χριστιανούς προσπαθώντας να τους κάνουν να αλλαξοπιστήσουν. Αυτή ήταν και η πρώτη κρίσιμη στιγμή κατά την οποία ό Μηνάς κλήθηκε να πει «το μεγάλο ναι ή το μεγάλο όχι». Η πίστη του στον Χριστό νίκησε την κοσμική «σύνεση» και λογική.
Ο Άγιος δεν άντεξε, πέταξε στη γη την στρατιωτική του ζώνη απεκδυόμενος μ’ αυτόν τον τρόπο την ιδιότητα του στρατιώτη - διώκτη των χριστιανών, και διέφυγε στο παρακείμενο όρος. Εκεί ασκήτευε, προτιμώντας την συντροφιά των θηρίων της φύσης από την συντροφιά των αποθηριωμένων ειδωλολατρών. Εκεί, «εν ερημίαις πλανώμενος και όρεσι και σπηλαίοις και ταις οπαίς της γης» (Εβρ. 11,38), έζησε επί αρκετό διάστημα με νηστεία, αγρυπνία και προσευχή. Η ασκητική ζωή και η ησυχία εθέρμαναν την καρδιά του ανάβοντας τον θείο έρωτα και τον πόθο του μαρτυρίου.

Έτσι, σε ηλικία πενήντα περίπου ετών, μετά από θεία αποκάλυψη ότι είχε φτάσει η ώρα του μαρτυρίου, κατέβηκε στην πόλη, σε μέρα ειδωλολατρικού πανηγυριού και με παρρησία, εν μέσω των μαινομένων ειδωλολατρών, ομολόγησε τον Χριστό ως τον ένα και αληθινό Θεό, μυκτηρίζοντας τα κωφά και αναίσθητα είδωλα. Συνελήφθη και σύρθηκε δερόμενος μπροστά στον Πύρρο, τον διοικητή της πόλεως. Εκεί, μιλώντας με θάρρος, αποκάλυψε το όνομά του, την καταγωγή του, το στρατιωτικό του παρελθόν και, φυσικά, διεκήρυξε με τόλμη και αταλάντευτη επιμονή την πίστη του στον Χριστό. Οδηγήθηκε στη φυλακή και το πρωί της επομένης ημέρας, μετά το πέρας του ειδωλολατρικού πανηγυριού, τον παρουσίασαν και πάλι ενώπιον του ηγεμόνος ο οποίος τον κατηγόρησε ότι εξύβρισε τους θεούς και μάλιστα μπροστά του και ότι λιποτάκτησε από τον στρατό. Ο Άγιος αποδέχθηκε τις κατηγορίες χωρίς δισταγμό.
Ο Πύρρος, ευλαβούμενος στην αρχή την ηλικία και την ευκοσμία του, προσπάθησε με λόγια και υποσχέσεις αλλά και με απειλές στη συνέχεια, να τον αποσπάσει από την πίστη του Χριστού. Όταν οι προσπάθειές του προσέκρουσαν στην σταθερή άρνηση του Αγίου, διέταξε να τον υποβάλουν σε ανυπόφορα βασανιστήρια. Οι δήμιοι τον μαστίγωσαν τόσο πολύ ώστε άλλαξαν δύο και τρεις φορές οι μαστιγωτές του. Τον κρέμασαν και τον έγδερναν μέχρι που άρχισαν να φαίνονται τα εσωτερικά όργανα του Αγίου. Έπειτα, σαν να μην έφθαναν αυτά, έτριβαν το καταπληγωμένο του σώμα με τρίχινο ύφασμα και στο τέλος τον έσερναν γυμνό και κατακρεουργημένο πάνω σε μεταλλικά αγκάθια. Όλα τα υπέμενε με γενναιότητα και καρτεροψυχία ο Μάρτυς του Χριστού, εφαρμόζοντας το Ευαγγελικό «και μη φοβηθήτε από των αποκτεννόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων αποκτείναι» (Ματθαίος 10,28).
Μάλιστα, την ώρα του μαρτυρίου, κάποιοι παλιοί συστρατιώτες του τον προέτρεπαν να θυσιάσει στα είδωλα λέγοντας ότι ο Θεός του θα τον δικαιολογήσει βλέποντας τα βασανιστήρια στα οποία τον υπέβαλλαν. Ο Άγιος αρνήθηκε αποφασιστικά και τους απάντησε ότι προσφέρει θυσία ακόμη και τον εαυτό του στον Χριστό, ο οποίος τον ενδυναμώνει για να υπομένει τις πληγές.
Ο ηγεμόνας, θαυμάζοντας την ευστοχία και την σοφία των απαντήσεων του Μάρτυρα, τον ρώτησε απορημένος πώς είναι δυνατόν ένας τραχύς στρατιώτης σαν αυτόν να μπορεί να απαντά κατ’ αυτόν τον τρόπο. Και ο Άγιος, με τη φώτιση του Θεού, του αποκρίθηκε ότι αυτή την ικανότητα την χαρίζει στους μάρτυρές του ο Χριστός, όπως έχει υποσχεθεί στο Ευαγγέλιο: «όταν δε προσφέρωσιν υμάς επί τας συναγωγάς και τας αρχάς και τας εξουσίας, μη μεριμνάτε πώς ή τι απολογήσησθε ή τι είπητε. Το γαρ Άγιον Πνεύμα διδάξει υμάς εν αυτή τη ώρα ά δει ειπειν» (Λουκά ιβ’, 11-12).
Τότε, απελπισμένος ο τύραννος, διέταξε να τον αποκεφαλίσουν. Βαδίζοντας προς τον τόπο της εκτέλεσης ο Άγιος πρόλαβε να ζητήσει από κάποιους κρυπτοχριστιανούς να μεταφέρουν το λείψανό του στην Αίγυπτο.
Ο αποκεφαλισμός του έγινε την 11η Νοεμβρίου στις αρχές του 4ου αι. μ.Χ. και έτσι η ψυχή του πέταξε χαρούμενη προς τον Σωτήρα Χριστό τον οποίο τόσο επόθησε ο Άγιος και για τον οποίο θυσιάσθηκε. Οι δήμιοι άναψαν φωτιά για να κάψουν το σώμα του.
Ότι κατάφεραν οι χριστιανοί να περισώσουν από την πυρά το μετέφεραν στην Αίγυπτο και το έθαψαν κοντά στην Μαρεώτιδα λίμνη, νοτιοδυτικά της Αλεξάνδρειας.
Στο σημείο εκείνο σταμάτησε, κατά την παράδοση, η καμήλα που μετέφερε τα λείψανα αρνούμενη πεισματικά να προχωρήσει. Έτσι οι χριστιανοί κατάλαβαν ότι ήταν θέλημα Θεού να ενταφιασθούν εκεί τα λείψανα του Αγίου.
Η περιοχή του τάφου πολύ σύντομα εξελίχθηκε σε προσκυνηματικό - λατρευτικό κέντρο.Ο Μέγας Κωνσταντίνος, όταν ήταν Πατριάρχης Αλεξανδρείας ο Μέγας Αθανάσιος, ανήγειρε ναό πάνω στον τάφο του Αγίου. Σε λίγα χρόνια δημιουργήθηκε εκεί εκτεταμένο κτιριακό συγκρότημα το οποίο περιελάμβανε δύο ναούς, μοναστήρι, ξενώνες και άλλες εγκαταστάσεις.
ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΗΝΑ
Κάποιος χριστιανός από την Κωνσταντινούπολη, οδεύοντας για το πανηγύρι του Αγίου Μηνά και έχοντας μαζί του αρκετά χρήματα, κατέλυσε σε ένα ξενοδοχείο. Ο ξενοδόχος είδε τα ξένα χρήματα και, κυριευμένος από απληστία, σκότωσε τον προσκυνητή, τον διεμέλισε και έβαλε τα κομμάτια  του σε μία σπυρίδα (ζεμπίλι). Ενώ σκεφτόταν πού να θάψει τα μέλη του θύματός του για να μην αποκαλυφθεί το έγκλημα, καταφθάνει στο ξενοδοχείο ένας έφιππος στρατιώτης, ο Άγιος Μηνάς, και τον ρωτάει επίμονα πού βρίσκεται ο προσκυνητής. Ο ξενοδόχος τον διαβεβαιώνει ότι δεν γνωρίζει τίποτε αλλά ο Άγιος ξεπεζεύει, εισέρχεται στα ενδότερα του ξενώνα, βρίσκει την σπυρίδα, την φέρνει μπροστά του και τον ρωτάει με φοβερό και άγριο βλέμμα να του πει ποιος είναι ο νεκρός.
Τότε ο φονιάς έφριξε, πέφτοντας άφωνος και τρέμων στα πόδια του άγνωστου ιππέα. Ο Άγιος συνάρμοσε τα μέλη του
θύματος, προσευχήθηκε και ανέστησε το νεκρό προσκυνητή παραγγέλνοντάς του να δοξάζει τον Θεό. Ο αναστημένος, σαν να είχε εγερθεί από τον ύπνο, κατάλαβε όσα έπαθε, εδόξασε τον Θεό και προσκύνησε τον Άγιο.
Μόλις ο φονιάς συνήλθε από τον τρόμο του και σηκώθηκε, του πήρε ο Άγιος τα κλεμμένα χρήματα και τα επέστρεψε στον προσκυνητή λέγοντάς του να συνεχίσει τον δρόμο του.
Έπειτα, για να ολοκληρώσει την ευεργεσία του Θεού, στράφηκε προς τον ξενοδόχο, τον έδειρε όπως του άξιζε, τον ενουθέτησε, του έδωσε συγχώρηση για το έγκλημά του προσευχόμενος γι’ αυτόν, καβάλησε το άλογό του και έγινε άφαντος. Τότε μόνο κατάλαβε ο ξενοδόχος ότι ο στρατιώτης αυτός ήταν ο Άγιος Μηνάς, γεγονός που θυμίζει την εμπειρία των δύο Αποστόλων κατά την πορεία τους προς Εμμαούς, με την συντροφιά του αναστημένου Χριστού. (Λουκά κδ’,31).
Κάποιος πλούσιος χριστιανός έταξε στον Άγιο Μηνά να προσφέρει έναν ασημένιο δίσκο στο ναό του. Παρήγγειλε λοιπόν στον αργυροχόο δύο δίσκους και του ζήτησε στον μεν ένα να γράψει το όνομα του Αγίου στον δε άλλον το όνομα το δικό του. Επειδή όμως ο δίσκος ο προορισμένος για τον Άγιο έγινε λαμπρότερος και ωραιότερος, ο χριστιανός, από απληστία κινούμενος, δίχως να ντραπεί τον κράτησε για τον εαυτό του.
Ταξιδεύοντας λοιπόν στη θάλασσα, δείπνησε στο πλοίο χρησιμοποιώντας ασυλλόγιστα και χωρίς ευλάβεια τον δίσκο του Αγίου. Μετά το δείπνο ο υπηρέτης του ανευλαβούς χριστιανού προσπάθησε να πλύνει τον δίσκο στη θάλασσα με αποτέλεσμα να του πέσει στο νερό και να βυθισθεί. Τότε ο νεαρός υπηρέτης φοβήθηκε  πολύ, σάστισε και, προσπαθώντας να πιάσει τον δίσκο, έπεσε κι αυτός στη θάλασσα.
Όταν ο κύριός του αντελήφθη το συμβάν, συναισθάνθηκε ότι πλήρωνε τα επίχειρα της απληστίας του και τυπτόμενος από την συνείδησή του, παρακαλούσε τον Θεό να βρει έστω το λείψανο του μικρού υπηρέτη του, τάζοντας να δώσει στο ναό του Αγίου Μηνά και τον δεύτερο δίσκο, και τα χρήματα που άξιζε ο χαμένος στη θάλασσα δίσκος. Αφού βγήκε στη στεριά περίμενε με αγωνία στην ακρογιαλιά μήπως και εκβρασθεί το πτώμα του υπηρέτη. Και ενώ παρατηρούσε τη θάλασσα, βλέπει τον μικρό να βγαίνει ζωντανός από το νερό κρατώντας στα χέρια του και τον ασημένιο δίσκο του Αγίου!
Ο πλούσιος έφριξε από το θαύμα και έβγαλε φωνή μεγάλη την οποία ακούγοντας οι επιβάτες του πλοίου βγήκαν όλοι έξω και, βλέποντας το συμβάν, ρωτούσαν τον υπηρέτη, που τους διηγήθηκε τα εξής: «Μόλις έπεσα στη θάλασσα, παρουσιάσθηκαν μπροστά μου τρεις άνθρωποι. Ο μεγαλύτερος  από αυτούς φορούσε στρατιωτική στολή, ο άλλος ήταν νεαρός και ο τρίτος ήταν Διάκονος. Αυτοί οι τρεις με πήραν μαζί τους από τον βυθό και  περπατώντας χθες και σήμερα, με έφεραν μέχρι εδώ».
Ο κύριος του παιδιού και οι επιβάτες του πλοίου ακούγοντας το εξαίσιο θαύμα, εδόξαζαν τον Θεό και εθαύμαζαν για τους τρόπους που χρησιμοποιεί προκειμένου οι άνθρωποι  «εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (2 Τιμόθ. 3,7).
Οι τρεις που έσωσαν τον υπηρέτη ήταν ο Άγιος Μηνάς (ο στρατιωτικός), ο Άγιος Βίκτωρ (ο νεαρός) και ο Άγιος Βικέντιος (ο Διάκονος).
Οι δύο τελευταίοι Άγιοι εμαρτύρησαν την ίδια ημέρα με τον Άγιο Μηνά. Τον 2ο αι. μ.Χ.. ο Άγιος Βίκτωρ γδάρθηκε ζωντανός από τους ειδωλολάτρες και τον 3ο αι. μ. Χ. ο Άγιος Βικέντιος πέθανε έπειτα από σταύρωση και εξάρθρωση των μελών στην οποία τον υπέβαλαν οι βασανιστές του. Τιμώνται μαζί με τον Άγιο Μηνά την 11η  Νοεμβρίου.
Ακόμη ένα θαύμα του Αγίου Μηνά έλαβε χώρα το 1826 στο Ηράκλειο της Κρήτης, πόλη στην οποία ιδιαιτέρως τιμάται ο Άγιος. Το 1821, μετά την έκρηξη της μεγάλης Ελληνικής Επανάστασης εναντίον των Τούρκων, οι κατακτητές προχώρησαν σε σφαγές χιλιάδων αμάχων σε πολλές περιοχές. Από τους πρώτους που πλήρωσαν με το αίμα τους την επανάσταση ήταν και οι κάτοικοι της Κρήτης. Μεταξύ των χιλιάδων θυμάτων ήταν ο Μητροπολίτης Κρήτης, οι Επίσκοποι Χανίων, Κνωσού, Χεροννήσου, Λάμπης, Σητείας κ.α. οι οποίοι εσφάγησαν, την 24η Ιουνίου 1821, στον περίβολο του Μητροπολιτικού Ναού του Ηρακλείου. Μάλιστα ο ιερουργών ιερέας εσφάγη πάνω στην Αγία Τράπεζα!
Πέντε χρόνια αργότερα, το 1826, οι Τούρκοι του Ηρακλείου σχεδίαζαν να προβούν σε σφαγή των Χριστιανών, και πάλι στον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Μηνά, στις 18 Απριλίου, ημέρα του Πάσχα, την ώρα της Αναστάσιμης Θείας Λειτουργίας για να πιάσουν τους Χριστιανούς απροετοίμαστους. Για αντιπερισπασμό έβαλαν φωτιά σε διάφορα  απομακρυσμένα σημεία της πόλης, ενώ οπλισμένα στίφη είχαν συγκεντρωθεί έξω από το ναό, περιμένοντας την ώρα της αναγνώσεως του Ευαγγελίου για να εισβάλουν και να αρχίσουν την σφαγή.
Μόλις όμως άρχισε η ανάγνωση εμφανίσθηκε ένας ασπρομάλλης ηλικιωμένος ιππέας που έτρεχε γύρω από το ναό κραδαίνοντας το ξίφος του και κυνηγώντας τους επίδοξους σφαγείς οι οποίοι τράπηκαν πανικόβλητοι σε φυγή. Έτσι σώθηκαν οι πολύπαθοι Χριστιανοί του Ηρακλείου από τον φοβερό κίνδυνο.
Οι Τούρκοι νόμισαν ότι ο καβαλάρης ήταν μουσουλμάνος πρόκριτος απεσταλμένος από τον Διοικητή της πόλης για να ματαιώσει την σφαγή. Όταν διαμαρτυρήθηκαν στον Διοικητή, αυτός τους διαβεβαίωσε ότι δεν γνώριζε τίποτε και μάλιστα διαπιστώθηκε ότι ο συγκεκριμένος πρόκριτος δεν είχε βγει καθόλου από το σπίτι του.
Κατάλαβαν τότε οι Τούρκοι ότι επρόκειτο για θαύμα του Αγίου Μηνά, κοινοποίησαν το γεγονός στους Έλληνες και από τότε οι Mουσουλμάνοι ηυλαβούντο πολύ τον Άγιο, προσφέροντας μάλιστα και δώρα στο ναό του. Το θαύμα αυτό του  Αγίου Μηνά καθιερώθηκε να τιμάται στο Ηράκλειο την Τρίτη της Διακαινησίμου, οπότε και εκτίθεται σε προσκύνηση, κατά τον εσπερινό, λείψανο του Αγίου.
«Μεταξύ των αδικημένων Πατέρων της Εκκλησίας μας είναι και ο Οσιώτατος πατήρ Γεώργιος, ο Χατζη-Γεώργης, ο οποίος είναι ένας σύγχρονος Άγιος  της εποχής μας, αλλά, μπορούμε να πούμε, και μεγάλος Άγιος, ανάλογα με την εποχή μας.», γράφει ο Γέρων Παϊσιος ο Αγιορείτης.Ο Γέρων Χατζη-Γεώργης (1809-1886), «ο μέγας και περιβόητος ασκητής», ασκήτευσε στο Άγιον Όρος επί μακρό χρονικό διάστημα. Επί αρκετά χρόνια έμενε στην Κερασιά, στο μεγάλο Κελί του Αγίου Δημητρίου και Αγίου Μηνά, ως υποτακτικός του Παπα-Νεόφυτου στην αρχή και ως Γέρων της Συνοδείας από το 1848 και έπειτα. «Κάποτε, ενώ ο Γέροντας ησχολείτο με το εργόχειρο, κατά λάθος κατάπιε μεγάλη βελόνα και προσευχήθηκε προς τον μεγαλομάρτυρα Μηνά.Στάθηκε τότε ο άγιος ενώπιόν του, έβαλε το χέρι στον λαιμό του και έβγαλε την βελόνα.».
Το 1942, κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι υπό τον Ρόμμελ δυνάμεις του Άξονα στην Αφρική είχαν καταφέρει να προελάσουν τόσο ώστε να είναι ορατός ο κίνδυνος να φθάσουν στην Διώρυγα του Σουέζ. Στην περιοχή του Ελ Αλαμέιν  (αραβική παραφθορά του ονόματος του Αγίου Μηνά), όπου βρισκόταν τα ερείπια ναού του Αγίου Μηνά και ίσως και ο τάφος του, οι αντίπαλες δυνάμεις προετοιμάζονταν για την αποφασιστική σύγκρουση η οποία θα έκρινε το αν οι Σύμμαχοι θα κατάφερναν να παραμείνουν στην Αφρική.
Μεταξύ των συμμαχικών στρατευμάτων βρισκόταν και ελληνική στρατιωτική δύναμη, η οποία πήρε μέρος στη μάχη. Ένα από τα βράδια εκείνα, πολλοί στρατιώτες είδαν τον Άγιο Μηνά να βγαίνει από τα ερείπια του ναού του οδηγώντας  ένα καραβάνι με καμήλες, όπως απεικονίζεται σε μία από τις παλαιές αγιογραφίες του ναού του, και να μπαίνει μέσα στο στρατόπεδο των εχθρικών δυνάμεων. Η εμφάνιση αυτή κατατρόμαξε τους Γερμανούς και υπονόμευσε καίρια το ηθικό τους, πράγμα που συνέβαλε καθοριστικά στη νίκη των συμμαχικών δυνάμεων.
Σε ανταπόδοση της ευεργεσίας αυτής του Αγίου παραχωρήθηκε στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας ο τόπος εκείνος και ξανακτίσθηκε ο ναός καθώς και μοναστήρι του Αγίου Μηνά.
Απολυτίκιον. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Στρατείαν κατέλιπες την κοσμικήν, αθλητά, ουράνιον είληφας την κληρουχίαν, σοφέ, και στέφος αμάραντον, δόξαν αποδιώξας βασιλέως γήινου, άθλους δε διανύσας μαρτυρίου γενναίου. Διό, μεγαλομάρτυς Μηνά, πρέσβευε σωθήναι ημάς
Κοντάκιον. Ήχος δ’. Επεφάνης σήμερον.
Της στρατείας ήρπασε, της επικήρου, και αφθάρτου έδειξε, σε Αθλοφόρε κοινωνόν, Μηνά Χριστός ο Θεός ημών, ο των Μαρτύρων ακήρατος στέφανος.

Κυριακή 15 Ιουλίου 2012

Αγίου Νικόλα γλάρος

Χθες είπα στον άντρα μου, "θέλω να με πας για μπάνιο εκεί που μπορώ να δω από μακριά τον Άγιο Νικολάκη".
"Δε γίνεται", κάτι τέτοιο είπε και τελικά με πήγε στην άλλη παραλία που ήταν τα δυο προσκυνητάρια. Το χάρηκα, μα και στεναχωρέθηκα κιόλας, γιατί δεν βρήκα λαδάκι κ.λ.π. να ανάψω τα καντηλάκια.
Το ένα ήταν αφιερωμένο στον Άγιο Μηνά.
Μετά, ήθελα να περπατήσω και να πάω με τα πόδια να δω από μακριά τον Άγιο Νικολάκη, "Αδύνατον!Θα γκρεμοτσακιστείς, θα χαθείς", κ.λ.π.
 Έτσι κι εγώ, φωτογράφιζα ότι έβρισκα στο δρόμο μου, απογοητευμένη. Τότε ξεπρόβαλλε ένα άσπρο καράβι και το πήρα σαν μήνυμα, καλό!
Σήμερα, πήρα μαζί μου λαδάκι κ.λ.π. να ανάψω τα προσκυνητάρια, "Δεν θα πάμε εκεί, γιατί έπλυνα τ' αυτοκίνητο και είναι χωματόδρομος", μου είπε.
Πάλι στεναχωρέθηκα, αλλά δεν είπα τίποτα. Στο κάτω κάτω, για μπάνιο πηγαίναμε και όχι για προσκύνημα.

 Τον είδα να προχωράει σε άλλη παραλία και όταν κατάλαβα, χάρηκα τόσο πολύ! Έκανα γρήγορα γρήγορα μπάνιο, το άσπρο καράβι ξεπρόβαλλε πάλι, κι εγώ είπα μέσα μου, "Έρχομαι, Άγιε Νικολάκη μου, από μακριά! Δεν πειράζει! Άχρηστα το λαδάκι μου... μα... σου στέλνω την ψυχή μου..."
 Ξεκίνησα. Ήταν μακριά και απομονωμένα και ο ξάδελφος είπε: "Θα έρθω κι εγώ! Πειράζει;" Με πείραζε, γιατί ήθελα να πάω μόνη μου. Ν' ανάψω ένα τσιγάρο και να καθίσω εκεί απέναντι να προσευχηθώ, να γράψω και να κλάψω... κι εκείνος μου τα χαλούσε. Μπροστά εκείνος, ανίχνευε τα περάσματα, νόμιζε, εγώ του έβγαινα απ' αλλού, κι όταν τον είδαμε για πρώτη φορά και μπροστά μας ήταν γκρεμός, "εδώ σταματάμε" είπε ο ξάδελφος, "δεν πάει παραπέρα, σ' αφήνω να φωτογραφίσεις, εγώ ζαλίζομαι, φεύγω".
 Σιγά μην δεν πήγαινε παραπέρα... Πήγα, ανεβαίνοντας και κατεβαίνοντας βουναλάκια, όσο πιο κοντά μπορούσα. Το χέρι φωτογράφιζε, η ψυχή μου μιλούσε στον Άγιο απέναντι, ένας γλάρος πέταγε παράξενα κοντά μου, έφευγε και 'ρχόταν, κοντοστέκονταν πάνω μου, δεν του έδωσα σημασία, μόνο μια φωτογραφία τον τράβηξα, κι όλες οι άλλες ήταν οι γκρεμνοί και ο βράχος με το εξωκκλήσι του Αγίου Νικολάκη που τόσο πολύ ποθούσα να είμαι μέσα, μα... Κάποια στιγμή έφυγα συγκινημένη.

Όταν γύρισα ο ξάδελφος μου είπε: "Τι πουλί ήταν αυτό που πέταγε συνέχεια από πάνω σου; Γεράκι ήταν; Φοβήθηκα μη σου χυμήξει, αν και δεν φαίνοσαν συνέχεια. Ανησυχήσαμε και ήμασταν και μακριά!"
 "Γλάρος ήταν", είπα και μετά έδωσα σημασία στα λόγια του. "Άρα, δεν ήταν η ιδέα μου ότι στεκόταν από πάνω μου", σκέφτηκα.
"Σαινάς" είπε ο άντρας μου, ξαγρυπνημένος, γιατί όλη η κούραση της δουλειάς του βγαίνει μόλις χαλαρώνει στην αμμουδιά και παίρνει και κανέναν υπνάκο!
 "Γλάρος ήταν και τον είδα καλά! Απλά, πετούσε παράξενα..." Δεν εξήγησα παραπάνω σκέψεις μου. Μετά που έψαχνα τραγούδι για να κάνω το βιντεάκι, βρήκα πρώτα τον Άγιο Νικόλα τον Ποθυμιό με την Βίκυ Μοσχολιού και μετά βρήκα αυτό, το "Άγιε Νικόλα μου, Καλέ" με τον Πάνο Τζανετή και έπαθα πλάκα με τα λόγια του τραγουδιού και με το σημάδι του γλάρου στην πραγματικότητα, στη ζωή μου.
Αυτά. Εδώ το σημερινό βιντεάκι:

Παρασκευή 6 Ιουλίου 2012

Δυναμις- Θρασυβουλου Στανιτσα

Πάλι χτυπάει η καμπάνα! Αργά αυτή τη φορά! "ΔΥΝΑΜΙΣ"! Περισσότερη! Την χρειαζόμαστε όλοι μας!

Ο Άγιος Θεράπων

πηγή

(εκεί έχει και βιντεάκια)

Η ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΘΕΡΑΠΟΝΤΑ











ΒΙΟΣ ΑΓΙΟΥ ΘΕΡΑΠΟΝΤΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΥΠΡΟΥ
Ο μακάριος αυτός άνδρας, καταγόταν από την χώρα των Αλεμάνων (Δουκάτο στην περιοχή της Γερμανίας), από ευγενείς και ευσεβείς γονείς. Καταφρόνησε όλες τις ανάγκες της ζωής γιατί εκπαιδεύτηκε στα Ιερά Γράμματα κατανοώντας τα πλήρως. Περνούσε κάθε ημέρα, όλο τον χρόνο του στις ιερές Εκκλησίες, μελετώντας τις Γραφές. Η ζωή του ήταν πολύ λιτή και απλή. Ήθελε να αρέσει στον Θεό και για να αποκτήσει την επίδοση των αρετών, σκληραγωγούσε τον εαυτό του σε εγκράτεια και πολλούς αγώνες. Έγινε ένθερμος κύρηκας του Χριστού. Ο επίσκοπος της Αλεμανίας τον κάλεσε -αφού έμαθε για την ζωή του- και με την συνεργεία της θείας Πρόνοιας και την ψήφο του λαού χειροτονήθηκε Επίσκοπος. Αξίζει να σημειωθεί, ότι ο άγιος Θεράπων δεν το επιθυμούσε αυτό, αλλά υπάκουσε στην εντολή της θείας Χάριτος και εγκαταστάθηκε στην πατρίδα του με τον βαθμό του Επισκόπου. Λάμπρυνε το αξίωμά του, έγινε διδάσκαλός της Ορθοδοξίας και ακριβής στον λόγο του. Μετέστρεψε πολλούς από διάφορες αιρέσεις πίσω στην Αληθινή Πίστη της Ορθοδοξίας.

Επειδή ποίμανε θεάρεστα για πολλά χρόνια το ποίμνιο του Χριστού, ο Διάβολος, κήρυξε βρώμικο πόλεμο κατά της Εκκλησίας του Χριστού, για την προσκύνηση των Αγίων Εικόνων. Ο Άγιος Θεράπων αντιτάχθηκε και άσκησε κριτική στους εικονομάχους αποκαλώντας αυτούς αιρετικούς, άθεους και ασεβείς. Εκείνοι, μη ανεχόμενοι τις ύβρεις του Αγίου, τον συκοφάντησαν και τον φυλάκισαν και με σιδερένια νύχια έσκιζαν τον σώμα του. Ο Άγιος, τα υπέμεινε όλα αυτά με χαρά και έλεγε στους βασανιστές του «Για την Αγία Εικόνα του Χριστού, είμαι έτοιμος ακόμα και κομμάτια να γίνω». Και αυτοί έδεσαν χειροπόδαρα και φυλάκισαν τον Άγιο, τοποθετώντας μάλιστα και μεγάλη φρουρά έξω από το κελί του. Και ενώ οι θύρες του κελιού του ήταν σφραγισμένες, Άγγελος Κυρίου παρουσιάστηκε στον Άγιο τρείς φορές και αφού του έλυσε τα δεσμά και του γιάτρεψε τις πληγές, του είπε «Σήκω και μη φοβάσαι τίποτα. Ακούστηκε η προσευχή σου γνήσιε Μαθητή του Χριστού». Το επόμενο πρωί, οι φρουροί έβγαλαν τον Άγιο από το κελί του, τον χτυπούσαν και τον χλεύαζαν. Ο Άγιος αμέσως τους είπε: «επειδή με ειρωνεύεστε και παραμένετε αδιόρθωτοι και με βρίζετε, έφθασε σε εσάς η οργή του Κυρίου, και θα γίνετε όλοι παράλυτοι, ώστε από εσάς, να σωφρονιστούν και οι υπόλοιποι». Μόλις τελείωσε τον λόγο του, σχηματίστηκε στον ουρανό ένα είδος αστραπής που άφησε μεγάλο κρότο, και παρέλυσε τους φρουρούς, και με την βοήθεια του Αγγέλου Κυρίου, δραπέτευσε ο Άγιος και μεταφέρθηκε από την Αλεμανία στα Ιεροσόλυμα, μέσα σε μια νύχτα. Αφού επισκέφτηκε όλα τα Ιερά προσκυνήματα για δική του ωφέλεια, κατέπληξε πολλούς, με πολλά θαύματα και σημεία που έκανε και ανακηρύχτηκε από τους κατοίκους ως Μέγας και Θαυματουργός.

Ένα από τα πιο σημαντικά θαύματα που έκανε ο Άγιος Θεράπων, έγινε στην Ιερουσαλήμ, όταν συνάντησε τυχαία στον δρόμο μια τελετή ταφής ενός μικρού παιδιού. Ο Άγιος, σπλαχνίσθηκε την Μάνα του παιδιού που «αμέτρως εκόπτετο». Πλησίασε την σωρό του νεκρού παιδιού, και άπλωσε το δεξί του χέρι προς αυτήν και είπε «Σήκω, στο όνομα του Ιησού Χριστού, τον οποίον οι άνομοι Εβραίοι σταύρωσαν, επί ηγεμονίας Ποντίου Πιλάτου». Ο λόγος του Αγίου, αμέσως ανέστησε το νεκρό παιδί και έμειναν όλοι έκπληκτοι. Η μάνα του παιδιού, προσκύνησε τα ίχνη του Αγίου και με αναφιλητά τον παρακάλεσε να την βαπτίσει μαζί με το παιδί της και να αναγεννηθεί στην Ορθοδοξία. Μετά το γεγονός αυτό, όλος ο κόσμος διατυμπάνιζε παντού αυτό το μέγα θαύμα που τέλεσε ο Άγιος.

Ο Άγιος, έμεινε πολλά χρόνια στα Ιεροσόλυμα και τελούσε πλήθος θαυμάτων σε όλον τον κόσμο, με την επίκληση του ονόματος του Χριστού. Βλέποντας όμως τον κόσμο να τον τιμάει και έχοντας ήδη γίνει αρκετά γνωστός σε όλη την εκεί περιοχή, αποφάσισε να αφήσει τα Ιεροσόλυμα και να πάει κάπου μακριά για να αποφύγει την δόξα. Μπήκε σε ένα πλοίο και πήγε στην Κύπρο. Όμως η φήμη του ήταν τόσο μεγάλη, που είχε φθάσει ακόμα και στην Κύπρο. Φιλοξενήθηκε από κάποιον Σώσιο ο οποίος μαζί με την γυναίκα του ήταν φιλάσθενοι. Η γυναίκα του ήταν κατάκοιτη στο κρεβάτι για εννέα χρόνια με υψηλό πυρετό. Βλέποντας ο Άγιος την καλοσύνη τους, τους έδωσε την πολυπόθητη υγεία. Και άλλοι πολλοί ασθενείς, όταν το έμαθαν παρακαλούσαν το Άγιο να τους Θεραπεύσει και ο Άγιος, βάζοντας τα χέρια του επάνω στα κεφάλια τους, θεράπευε όλες τις ασθένειες, κηρύττοντας σε όλον τον κόσμο την Αληθινή Πίστη της Ορθοδοξίας, ασκώντας έλεγχο και κριτική στους Αιρετικούς που πολεμούσαν την προσκύνηση των Αγίων Εικόνων. Ο Άγιος Θεράπων ήταν απόλυτος σε ό,τι αφορούσε τέτοια θέματα (γι αυτό και η εικόνα του, κάνει πολλά θαύματα).
Κάποια στιγμή, ενώ ο Άγιος έδινε τον αγώνα του εναντίον των αιρετικών σε δημόσιο χώρο, κάποιος αυθάδης αιρετικός μη μπορώντας να αντιμετωπίσει τον Άγιο, τον χτύπησε στο πρόσωπο και τον έριξε καταγής. Μετά από μερικές ημέρες, νιώθοντας τύψεις για την μεγάλη διαφορά ηλικίας που τους χώριζε και για την βία που άσκησε στο πρόσωπο του γέροντα, ζήτησε από τον Άγιο να τον συγχωρέσει. Ο Άγιος τον κάλεσε να ασπασθεί τις Ιερές εικόνες και να αρνηθεί την αίρεση. Εκείνος δεν δέχθηκε και ο Άγιος δεν τον συγχώρεσε, διώχνοντας τον από κοντά του «επαρασάμενος αυτόν είναι κεχωρισμένον της δόξης του Χριστού». Είχε δει σε όνειρο, τον Κύριο σε νηπιακή ηλικία, να φοράει έναν χιτώνα λευκό αλλά σκισμένο από την κορυφή ως τα πόδια και να τον πληροφορεί ότι αυτός ο Αιρετικός και οι όμοιοί του διέρρηξαν τον χιτώνα του με τα πιστεύω τους. Όλη η κοινωνία της Κύπρου έμεινε έκπληκτη με το θάρρος και την αρετή του Αγίου.


Ο τότε Πρόεδρος του νησιού, αφού έμαθε για τον Άγιο, τον κάλεσε και τον παρακάλεσε να μείνει εκεί κοντά του, δίνοντας του την επισκοπή της Λάρνακας, για να ωφεληθεί όλος ο κόσμος. Ο Άγιος, δέχθηκε και έγινε επίσκοπος Κύπρου. Όλοι ήταν χαρούμενοι γιατί εκτός από επίσκοπος, ήταν και ο Ανάργυρος Ιατρός του Νησιού.

Μετά από πολλά χρόνια, έγινε επιδρομή των Αράβων στην Κύπρο, οι οποίοι κατέκαυσαν όλα τα Μοναστήρια και τις Εκκλησίες και έσφαξαν πολλούς κατοίκους του νησιού. Και τον Άγιο Θεράποντα τον συνέλλαβαν στην Εκκλησιά και τον αποκεφάλισαν μπροστά στην αγία Τράπεζα την ώρα που λειτουργούσε. Ξαφνικά, μόλις έγινε αυτό, ουράνιες μελωδίες και ένα Άκτιστο Φώς κύκλωσε όλο τον χώρο της Αγίας Τράπεζας. Αυτό το θέαμα στους πιστούς τους έδωσε δύναμη, ενώ στους Άραβες προκάλεσε φόβο και τύψεις για αυτό που έκαναν. Το σώμα του Αγίου Θεράποντος του Ιερομάρτυρα κηδεύτηκε από τους πιστούς, όπου και χτίστηκε ο πρώτος Ναός του.

Έπειτα από μερικούς αιώνες, και λίγο πριν επιτεθούν ξανά οι Αγαρηνοί στην Κύπρο, εμφανίστηκε σε όνειρο ο Άγιος και έδωσε εντολή να μεταφερθούν τα οστά του στην Κωνσταντινούπολη, για να μην πατηθούν από απίστους. Πράγματι, τα οστά του μεταφέρθηκαν στην Πόλη στις 27 Μαΐου, όπου έγινε και ναός προς τιμήν του και αναβλύζουν θαύματα σε όποιον επικαλείται το Πάνσεπτο όνομά του και τιμά την Αγία Εικόνα του.

Σκέψεις

Είναι Παρασκευή πρωί και χθες σκεφτόμουνα ότι θα μου πάρει τουλάχιστον ένα χρόνο, για να μάθω τις γιορτές και τα βιογραφικά των Αγίων, βάση του ημερολογίου και με το πως εγώ τους μαθαίνω.
Σκεφτόμουνα ότι καλοκαιριάτικα έχει πολλές γιορτές, κι εμείς, εγώ, είχα κολλήσει μόνο στις γιορτές Χριστουγέννων και Πάσχα και στις ονομαστικές της οικογένειας και φίλων!

Ναι, άργησα πολύ, μα κάποιοι Άγιοι έρχονται για κάποιον λόγο νωρίτερα στον δρόμο μου... οδηγώντας με να τους μάθω βαθύτερα.

Ο Άγιος Φανούριος και ο Άγιος Θεράπων, δίπλα του, (στην εκκλησία του Αγίου Νεκταρίου) μου "μίλησαν" προχθές.
Ιδιαίτερα ο Άγιος Φανούριος.

Είχα πάει από νωρίς στην αγρυπνία για τον Άγιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη, ξέροντας απ' την αρχή πως θα φύγω ενδιάμεσα, γιατί είχα ένα σημαντικό ραντεβού και μετά θα ξαναγύριζα.

Η αλήθεια είναι πως πήγαινα στην εκκλησία φοβισμένη, μα και με περιέργεια μαζί, για το τι καινούργιο θα "έβλεπαν" πάλι τα μάτια μου.

Να πω πως απέφευγα να εστιάζω για πολύ ώρα σε ένα συγκεκριμένο σημείο τα μάτια μου;
Το έκανα.
Τι κι αν το έκανα;
"Ότι" έπρεπε ίσως να "δω", το είδα!

Θα είμαι σύντομη, γιατί κι αν "είδα", λίγα κατάλαβα....
Ίσως τα "καταλάβω" στο μέλλον.

Όλα κύλησαν χαλαρά στην πρώτη μου παρακολούθηση της αγρυπνίας από 7 και ώς 9 περίπου, εκτός απ' το ότι χρύσιζε υπερβολικά πολύ μια εικόνα αριστερά του Ιερού.

Όλα φυσιολογικά.... με τις ανταύγειες του ηλιοβασιλέματος να "χτυπούν" τις εικόνες, μα ακόμα κι όταν ο ήλιος νύσταξε, το χρύσισμα δεν σταμάτησε.

Φυσικά και πήγα κοντά να βεβαιωθώ για το ποιος Άγιος ήταν Αυτός!
Ο Άγιος Φανούριος που και οι άσχετοι με τα της εκκλησίας ξέρουν πως φανερώνει....

Δίπλα Του ο Άγιος Θεράπων που κι Αυτόν δεν τον ξέρω, μα αφού βγαίνει απ' την λέξη "θεραπεύω", σίγουρα, κάνει καλά τους ασθενείς!

Αυτά τα δυο σημάδια πήρα μαζί μου φεύγοντας την πρώτη φορά, κι όταν γύρισα, όταν οι ανταύγειες του ήλιου αντικαταστάθηκαν απ' τις κόκκινες φλόγες (που φαίνονταν σαν σπίθες - απ' τα κόκκινα ποτήρια) των καντηλιών, η ανεξήγητη "παράσταση" άρχισε, τόσο στην εικόνα του Αγίου Φανουρίου, όσο και της Παναγίας με τον Χριστό και σε αρκετές άλλες.

Σε συνδυασμό της "ταινίας" που έβλεπα σε διασκορπισμένα σημεία της εκκλησίας με τα λόγια της αγρυπνίας που άκουγα με πολύ "ανοιχτά' αυτιά, κατέληγα και σε κάποια συμπεράσματα, καλά ή κακά, δεν έχει σημασία.

Ήμουνα πολύ εξαντλημένη για να μείνω μέχρι το τέλος της αγρυπνίας (12 και μισή), κι όταν ξεκίνησα να φύγω, ενώ η σκέψη μου είχε ήδη βγει απ' τον ιερό χώρο της εκκλησίας, σκεφτόμενη το "αργά για να γυρίσω με τα πόδια μεσ' τα σκοτάδια, στην ερημιά", άκουσα τον παπά να λέει: "Δύναμις!", κοίταξα καλά, κι όπως βγήκε απ' τα σκοτάδια μέσα του Ιερού, έτσι γρήγορα ξαναμπήκε και χάθηκε για κείνο το βράδυ απ' τα μάτια μου.

Η φωνή του μ' ακολουθούσε απ' τα μεγάφωνα μετά, για αρκετή ώρα στην πορεία του δρόμου μου.

Σκοτάδια, δυο σκυλιά μεγάλα, ένας άστεγος έψαχνε στους σκουπιδοτενεκέδες, τα σκυλιά με πλησίασαν: "Φίλε, συγγνώμη! Δαγκώνουν τα σκυλιά σας;"
"Όχι, κυρία μου, μη τα φοβάστε...."

Τα φοβόμουνα.... Για αρκετή ώρα έτρεχαν πίσω μου, μ' ακολουθούσαν, με περιτριγύριζαν, με προσπερνούσαν, τόσο αυτά, όσο και ο άστεγος.

Η καρδιά μου πήγε στη θέση της όταν τρεις σπίθες φώτησαν ένα παγκάκι.
Τρεις άνθρωποι κάθονταν στα σκοτάδια, απολάμβαναν την δροσιά της πανσελήνου και κάπνιζαν.

Τότε τάχυνα με σιγουριά τα βήματά μου και έβγαλα την φωτογραφική μηχανή απ' την τσάντα μου, κοιτάζοντας περισσότερο ψηλά, παρά που πατάω...

Υγ. Γράφω γρήγορα, μα η ουσία, μένει.

!

Ανέβηκε; Γιατί; Δεν καταλαβαίνω, γρι!

Θ' ανέβει;

Η καμπάνα χτυπάει σαν τρελή!
Κι εγώ βρήκα την χαμένη ανάρτησή μου που επιμένει να μην ανεβαίνει!
Μια δοκιμή ακόμα, με νέο κόπυ.

Δυο λόγια του "απόψε" ήταν ο τίτλος.

Ναι, του "απόψε", γιατί το αύριό μας, μπορεί να το ελπίζουμε, (για να μην πω "το έχουμε σίγουρο" εμείς οι άνθρωποι), μα δεν το ξέρουμε.
Θέλω να γράψω κανά δυο λόγια για μένα, ξανά!
Θρήσκος άνθρωπος ήμουνα πάντα, μα την εκλησία την είχα μέσα μου.
Με τα ωράριά της, τους κανόνες της, ποτέ δεν τα πήγαινα καλά.
Άναβα τα κεράκια μου, τα καντηλάκια απ' τα ξωκκλήσια, έταζα, έτρεχα, προσευχόμουνα, ευχαριστούσα, όλα καλά!
Όλα φυσιολογικά και για τους άλλους, κυρίως!
Προέκυψε να μου φανερωθεί στον ύπνο μου ο Άγιος Εφραίμ, να τον γνωρίσω και να κολλήσω μαζί Του!
Μέχρι κι εκεί, όλα καλά! Φυσιολογικά... εν μέρει, για τους άλλους!
Μετά το Ευχέλαιο στο σπίτι τελευταίως, προέκυψε να πάω σε τρεις αγρυπνίες!
Κουφάθηκαν, όλοι!
"Για καλόγρια πας;" με ρωτούν.
Δεν τολμώ και να πω που πήγα!
Εκεί καταντήσαμε την σήμερον ημέρα!
"Ε, ναι! Αφού δεν ξυπνάω πρωί να πάω τις Κυριακές όπως εσύ, εγώ πηγαίνω νύχτα, γιατί μ' αρέσει η ατμόσφαιρα, ο λίγος κόσμος και κυρίως γιατί είμαι εδώ και τυχαίνει να το μαθαίνω! Πού είναι το κακό;"
Ξέρω γυναίκες που πάνε χρόνια στις αγρυπνίες! Δεν γίνανε και καλόγριες! Για να γίνεις καλόγρια πρέπει να υπακούς σε ωράρια και κανόνες! Μόνο για κει, δεν κάνω!Εκείνες κοιμούνται με τις κόττες! Εγώ τότε ξυπνώ!
Λοιπόν! Πάω καλά απ' αυτή την πλευρά, μην ανησυχείτε!
Όταν έχεις οικογένεια και υποχρεώσεις, δεν πας να μονάσεις!
Το Καλό μπορείς να το κάνεις παντού!
Άλλαξαν οι καιροί.
Εκείνο που μ' ανησυχεί είναι  η δύσκολη και πολύ ύποπτη εποχή μας...
Εγώ ήμουνα στο αλλού, όπως όλος ο κόσμος.
Όμως, τελευταίως έχω πολύ προβληματιστεί με τα όσα προαισθάνομαι και βγαίνουν, με τα όνειρά μου, αλλά κυρίως με τις συμπτώσεις των αγρυπνιών και για τις φωτοσκιάσεις που επιμένουν...
Δεν είναι αυθυποβολή, ίσα ίσα που τις φοβάμαι πια και τις αποφεύγω...
Εκείνες όμως επιμένουν και θέλοντας και μη "κάτι" μου λένε.
Δεν σκοπεύω να τρελαθώ (γιατί μόνο έτσι εξηγείται στην εποχή μας, αν πεις είδα όραμα, άκουσα μια φωνή, κ.λ.π.) κυρίως δεν έχω σκοπό να τρελάνω κι εσάς!
Άγιοι υπάρχουν χιλιάδες, κάθε μέρα όλο και Κάποιος θα γιορτάζει, δεν ανέλαβα να σας ενημερώσω γι' αυτούς (ώς, τι, άλλωστε; Κι εγώ μαζί σας τους μαθαίνω, γι' αυτό και το όλο μπέρδεμα αυτού του μπλογκ)
Ωστόσο, αναρωτιέμαι, μήπως θα έπρεπε να επαγρυπνούμε, μήπως "σκάσει" κάτι κακό και εννοώ την πείνα και την δυστυχία, κι εμείς εδώ στο ίντερνετ λέμε "παραμυθάκια;"
Ας έχουμε το νου μας, κι ας ανοίξουμε καλύτερα όλοι μας τις κεραίες μας.
Είθε να βρίσκομαι εγώ σε "αρχή τρέλας"!
Τι άλλο να πω;
Ξέρω ότι ζω από απανωτά θαύματα.
Δεν μπορώ να ξέρω όμως και τον σκοπό Του!
Και να θέλω να "στρίψω" ολοταχώς, Άλλος γράφει ιστορία, κι όχι εγώ!
Ίσως επιλέγει και ανθρώπους που δεν το περιμένουν!
Ποιος να ξέρει;
Το μέλλον θα δείξει.
Ίσως εσείς καταλάβετε περισσότερα από μένα, εφόσον εγώ βάζοντας την λογική, λέω πως: "πάω για Αλτσχάιμερ!" τουλάχιστον!
Αν βάλω όμως την ψυχή που την έχω δουλέψει απ' τα 30 μου, λόγω πολλών θανάτων αγαπημένων μου ανθρώπων, λέω πως, τίποτα δεν τελειώνει εδώ και ότι η θρησκεία μας είναι ολοζώντανη, άσχετα αν εμείς την θάψαμε!
Αυτά και στον αέρα, κι ας είναι ένα χαρτί που δεν με συμφέρει... 

Ο Άγιος Φανούριος

πηγή



Άγιος Φανούριος ο Μεγαλομάρτυς


 ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ο Άγιος Φανούριος είναι αναμφίβολα μια άγια, σημαντική νεανική μορφή, που ξεχωρίζει με τον δικό του τρόπο ανάμεσα στους άλλους Αγίους της χριστιανοσύνης, γιατί δεν τιμάται απλώς σε μια μόνον ημε­ρομηνία, αλλά η πίστη των χριστιανών κά­νει συχνά τη γνωστή φανουρόπιτα.
 Ο Άγιος Φανούριος, που έζησε στα Ρω­μαϊκά χρόνια, συγκρούσθηκε τότε θαρρετά με τον κόσμο της ειδωλολατρίας, γιατί το χριστιανικό πνεύμα του θεανθρώπου, δεν του επέτρεπε ν' αρνηθεί τις αναμφισβήτη­τα ενάρετες αρχές του. Έτσι τα 12 μαρτύ­ρια που υπόφερε ο Άγιος, αποτελούν για μας ένα δυνατό κίνητρο για αντοχή και προ­σκόλληση στις ηθικές αξίες του χριστιανι­σμού, για να βγούμε νικητές από ένα αδιά­κοπο αγώνα, ενάντια στην απιστία και αδικία της εποχής μας. Ο Άγιος μας δίδαξε με την πραγματική θυσία του, πως εμείς τώ­ρα δεν παλεύουμε βέβαια με στρατοκράτες Ρωμαίους και απαίσιους Αγαρηνούς, αλλά έχομε ν' αντιμετωπίσουμε τις πιο έντεχνα στημένες παγίδες του υλισμού και αθεϊσμού, που προσπαθούν μαζικά να σαρώσουν τις τάξεις των χριστιανών.
 Ο Άγιος Φανούριος ακόμα μας δίδαξε, πως το στεφάνι της ενάρετης ζωής δεν κερ­δίζεται εύκολα, αλλά μόνον με συνεχείς δο­κιμασίες, με θάρρος, υπομονή και αντοχή. Επομένως σαν αληθινοί αγωνιστές της πί­στεως ας μιμηθούμε την υποδειγματική και άμεμπτη ζωή του Αγίου, για να καταξιωθούμε κάποτε κι εμείς να τιμήσουμε το χρι­στιανικό όνομα που φέρουμε, όπως κι αυ­τός επάξια το τίμησε.

Ο Άγιος Φανούριος

1. Γενικά για τη ζωή του
Για την καταγωγή και τη ζωή του Αγίου Φανουρίου δεν υπάρχει τίποτε συγκε­κριμένο, επειδή όλα τα στοιχεία της ζωής του χάθηκαν σε καιρούς ανωμαλίας.
 Τα μόνα στοιχεία που έχομε αναφορικά με τον Άγιο είναι η εύρεση της εικόνας του, γύ­ρω στα 1500 μ.Χ., σύμφωνα με τα συναξά­ρια, ή κατ' άλλους γύρω στα 1355-1369 μ.Χ. Άλλοι υποστηρίζουν πως η εικόνα του Αγίου βρέθηκε στη Ρόδο και άλλοι στην Κύ­προ.

2. Η εύρεση της εικόνας 
Επιστρέφομε στο παρελθόν, όταν οι Αγαρηνοί εξουσίαζαν τη Ρόδο και απο­φάσισαν να ξαναχτίσουν τα τείχη της πόλης, που βάρβαρα κατέστρεψαν και κατεδάφισαν στον πόλεμο λίγα χρόνια πριν.
Άρχισαν λοιπόν να στέλλουν εργάτες έξω απ' το νότιο μέρος του φρουρίου και να μαζεύουν πέτρες απ' τα μισογκρεμισμένα σπί­τια των κατοίκων, για να ξαναφτιάξουν τα νέα και ισχυρά τείχη της πόλης τους. Ξαφ­νικά μέσα στα χαλάσματα βρήκαν μια ωραιό­τατη, αλλά μισοχαλασμένη στη μια πλευρά εκκλησία κι εκεί μέσα βρήκαν ένα σωρό ει­κόνες, που απ' την πολυκαιρία δεν ξεχώρι­ζαν τις μορφές των Αγίων καθώς και τα γράμματα, που είχανε επάνω τους.
Μια μόνο καταπληκτική εικόνα ξεχώριζε απ' όλες, που ο χρόνος δεν την άγγιξε και παρίστανε ένα νέο ντυμένο σαν στρατιώτης. Ο Μητροπολίτης της Ρόδου Νείλος έτρεξε αμέσως επί τόπου και διάβασε καθαρά το όνομα του Αγίου, που λεγόταν Φανούριος. Συγκινημένος ο Σεβασμιώτατος, για τη φανέρωση του Αγίου, παρατήρησε, πως ήταν ντυμένος σαν Ρωμαίος στρατιωτικός, κρα­τώντας στο αριστερό χέρι του ένα σταυρό και στο δεξιό μια αναμμένη λαμπάδα. Ο α­γιογράφος ακόμα ολόγυρα της εικόνας ζω­γράφισε σε δώδεκα παραστάσεις τα μαρτύ­ρια, που υπόφερε ο Άγιος και, που εξιστορούν ολοφάνερα την όλη ζωή του.
Οι παραστάσεις αυτές είναι οι ακόλουθες:
Α΄. Ο Άγιος παρουσιάζεται όρθιος μπρο­στά στο Ρωμαίο ανακριτή του και φαίνεται ν' απολογείται με θάρρος και να υπερασπί­ζει την χριστιανική πίστη του.
Β΄. Οι στρατιώτες εδώ επεμβαίνουν και χτυ­πούν με πέτρες στο κεφάλι και στο στόμα τον Φανούριο, για ν' αναγκασθεί να υποκύ­ψει και ν' αρνηθεί τον Κύριο.
Γ΄. Οι στρατιώτες έχουν εξαγριωθεί πια απ' την επιμονή του Φανουρίου, γι' αυτό τον έριξαν κάτω και τον χτυπούν τώρα άγρια με ξύλα και ρόπαλα, για να κάμψουν το ακμαίο ηθικό του.
Δ΄. Ο Φανούριος είναι στη φυλακή κι εκεί βασανίζεται με αποτρόπαιο τρόπο. Φαίνε­ται εντελώς γυμνός κι οι στρατιώτες ολόγυ­ρα του ξεσχίζουν τις σάρκες του με αιχμη­ρά σιδερένια εργαλεία. Ο Άγιος υπομένει αγόγγυστα το τρομερό μαρτύριό του.
Ε΄. Ο Φανούριος βρίσκεται και πάλι στη φυ­λακή και προσεύχεται στον θεό, για να τον ενισχύσει ν' αντέξει μέχρι τέλους τα βασανι­στήρια.
ΣΤ΄. Ο Άγιος παρουσιάζεται και πάλιν μπροστά στον Ρωμαίο ανακριτή για ν' απο­λογηθεί για τη στάση του. Απ' την ατάρα­χη έκφραση του προσώπου του φαίνεται, πως ούτε τα βασανιστήρια που υπόφερε, ούτε οι μελλοντικές απειλές του τυράννου του εκλόνισαν την πίστη και έτσι απτόητος περιμένει ακόμη χειρότερα μαρτύρια.
Ζ΄. Οι δήμιοι του Φανουρίου με μανία και σκληρότητα καίουν με αναμμένες λαμπάδες το ολόγυμνο σώμα του, που φαίνεται έτσι η ανυπέρβλητη θυσία του για τον Εσταυ­ρωμένο. Ο Άγιος νικά και πάλιν με την α­δάμαστη θέληση και καρτερία του στον Κύ­ριο.
Η΄. Εδώ οι άγριοι βασανιστές του χρησιμο­ποιούν και μηχανικά μέσα για να φθάσουν στο κορύφωμα του μαρτυρίου του. Έχουν δέσει τον Άγιο πάνω σ' ένα μάγκανο κι αυ­τό σαν περιστρέφεται, του συντρίβει τα κόκκαλα. Υποφέρει εκείνος αγόγγυστα αλλά στο ωραίο πρόσωπό του είναι ζωγραφισμέ­νη ανέκφραστη αγαλλίαση, γιατί υποφέρει για χάρη του Κυρίου.
Θ΄. Ο Φανούριος ρίπτεται σ' ένα λάκκο, για να γίνει βορά άγριων θηρίων κι οι δήμιοί του από πάνω παρακολουθούν να δούνε το τέ­λος του. Τα θηρία όμως έχουν κυριολεκτι­κά εξημερωθεί απ' τη χάρη του Θεού, γι' αυ­τό τον περιτριγυρίζουν ήσυχα σαν αρνάκια και απολαμβάνουν θαυμάσια τη συντροφιά του.
Ι΄. Οι δήμιοί του δεν ικανοποιούνται απ' το προηγούμενο αποτέλεσμα κι έτσι τον βγάζουν απ' τον λάκκο και τον καταπλακώνουν μ' ένα μεγάλο λίθο, βέβαιοι πια πως θα τον αποτελειώσουν. Τίποτε όμως δεν πετυχαίνουνε κι αυτή τη φορά.
ΙΑ΄. Η σκηνή παρουσιάζει τον Άγιο μπρο­στά σε βωμό, όπου οι δήμιοί του τον προτρέπουν να θυσιάσει, βάζοντας στις παλά­μες του αναμμένα κάρβουνα. Ο Φανούριος βγαίνει και απ' αυτή τη δοκιμασία νικητής και αυτό διακρίνεται από ένα διάβολο, που έχει τη μορφή δράκου, που πετά στον αέ­ρα και κλαίει για την αποτυχία του.
ΙΒ΄. Η τελευταία σκηνή είναι το τέλος του μαρτυρίου του, με τον Φανούριο ριγμένο σ' ένα μεγάλο καμίνι να στέκεται όρθιος πάνω σ' ένα σκαμνί και να τον περιζώνουν φλό­γες και καπνοί. Ο Άγιος φαίνεται να προ­σεύχεται αδιάκοπα στον Θεό, χωρίς να εκ­φράζει κανένα παράπονο ή γογγυσμό κι έ­τσι άκαμπτος κι ανυποχώρητος πέταξε στα ουράνια, γεμάτος ικανοποίηση για όσα βά­σανα υπόφερε για χάρη του Κυρίου.

3.    Το χτίσιμο του ναού
Ο Μητροπολίτης τότε του νησιού, ο Νεί­λος, όταν μελέτησε επισταμένα την ει­κόνα που βρέθηκε, αποφάνθηκε, πως ο Φα­νούριος ήταν ένας απ' τους σπουδαιότε­ρους μεγαλομάρτυρες της Πίστεώς μας. Α­μέσως έστειλε αντιπροσωπεία στον ηγεμό­να του νησιού και τον παρακαλούσε να του δώσει άδεια για ν' ανακαινίσει την εκκλησία. Όταν όμως ο ηγεμόνας αρνήθηκε, τότε ο Μητροπολίτης μετέβη ο ίδιος προσωπικά στην Κωνσταντινούπολη και κατόρθωσε να εξασφαλίσει απ' τον Σουλτάνο την άδεια που ζητούσε. Επέστρεψε σύντομα στη Ρό­δο κι αναστήλωσε το ναό ακριβώς στην πα­λιά θέση του, έξω από τα τείχη του. Ο να­ός σώζεται ως τα σήμερα και αποτελεί από τότε ιερό προσκύνημα όλων των Χριστια­νών.

4.    Στοιχεία απ' την εύρεση της εικόνας 
Βλέποντας την εικόνα του Αγίου Φανου­ρίου που βρέθηκε στη Ρόδο, εξάγουμε πολλά αξιόλογα στοιχεία που είναι τα ακό­λουθα:
  • 1.   Σαν διαβάσουμε στην εικόνα το όνομα του Αγίου συμπεραίνομε αμέσως, πως εί­ναι ελληνικής καταγωγής.
  • 2. Επίσης συμπεραίνομε πως οι γονείς του ήταν πολύ ευσεβείς, για να του δώσουν ένα τόσο χριστιανικό όνομα.
  • 3. Ο νέος αυτός ακόμα θα ήταν πολύ μορ­φωμένος για να γίνει στρατιωτικός.
  • 4. Υπολογίζουμε ακόμα πως τα μαρτύρια του Αγίου Φανουρίου έγιναν τον β' και γ' αιώνα, όταν οι διωγμοί των χριστιανών βρί­σκονταν στο αποκορύφωμά τους.
  • 5. Ο Φανούριος ολοφάνερα αποδεικνύε­ται πως ήταν Μεγαλομάρτυρας απ' τα πολ­λά και φοβερά μαρτύρια που υπέφερε.
  • 6. Βεβαιωνόμαστε επίσης πως ετιμάτο απ' τους πιστούς χριστιανούς απ' τα χρόνια του μαρτυρίου του σε χριστιανικούς ναούς, για να βρεθεί μάλιστα ένας τέτοιος ναός και στη Ρόδο.
  • 7.   Απ' την απεικόνιση του Αγίου φαίνεται πως ο Φανούριος μαρτύρησε σε νεαρά
    ηλικία.

5.    Θαύματα του Αγίου
Ο Άγιος Φανούριος έκανε αρκετά θαύ­ματα στους πιστούς που επικαλούνται το όνομά του κι ένα απ' αυτά είναι το ακό­λουθο:
 
Σε μια περίοδο της ιστορικής ζωής της η Κρήτη ήταν υποδουλωμένη στους Λατίνους (1204 - 1669 μ.Χ.), που είχαν δικό τους Αρ­χιεπίσκοπο και γι' αυτό προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να παρασύρουν τους κατοίκους του νησιού στον Καθολικισμό (Παπισμό).
 
Έτσι οι Λατίνοι πήρανε σαν καταπιεστι­κό μέτρο ενάντια στην Ορθοδοξία να μην επιτρέπουν να χειροτονούνται ιερείς στην Κρήτη, οπότε οι Κρητικοί αναγκάζονταν να μεταβαίνουν στο νησί Τσιρίγο (Κύθηρα) για να χειροτονηθούν ιερείς από Ορθόδοξο Αρχιερέα, που έδρευε εκεί.
 
Κάποια εποχή λοιπόν ξεκίνησαν απ' την Κρήτη τρεις διάκονοι για το Τσιρίγο κι αφού χειροτονήθησαν εκεί ιερείς, επέστρεφαν τρι­σευτυχισμένοι στο πολύπαθο τότε απ' τη σκλαβιά νησί τους. Κατά κακή τους τύχη Αγαρηνοί πειρατές τους συνέλαβαν στο πέ­λαγος, τους μετέφεραν στη Ρόδο, όπου τους πώλησαν σε τρεις διαφορετικούς Αγαρηνούς αφέντες.
 
Η θέση των τριών ιερέων ήταν αξιοθρή­νητη κι όμως μια γλυκειά προσμονή ήλθε να γλυκάνει το πικρό παράπονό τους. Μάθα­νε πως στη Ρόδο ο Άγιος Φανούριος θαυματουργούσε και σ' αυτόν στήριξαν τις ελ­πίδες τους κι ολοένα προσεύχονταν και τον επικαλούνταν ο καθένας τους ξεχωριστά, για να τους λυτρώσει απ' την σκληρή αιχ­μαλωσία στους μιαρούς Αγαρηνούς.
 
Ζήτησε, λοιπόν, ο κάθε ιερέας, χωρίς να συνεννοηθούν μεταξύ τους, απ' τον αφέν­τη του, να του δώσει άδεια να μεταβεί στην εκκλησία για να προσκυνήσει την εικόνα του Αγίου Φανουρίου. Πήρανε κι οι τρεις τους μ' ευκολία την άδεια, προσκύνησαν μ' ευ­λάβεια την εικόνα του Αγίου βρέχοντας τη γη με τα δάκρυά τους γονατιστοί σαν προ­σεύχονταν και με όλη τη δύναμη της ψυχής τους παρακαλούσαν τον Άγιο Φανούριο να μεσολαβήσει για να γλυτώσουν πια απ' τα χέρια των Αγαρηνών.
 
Αφού οι ιερείς αναχώρησαν, ανακουφι­σμένοι απ' τον πόνο τους, ο Άγιος Φανού­ριος παρουσιάστηκε τη νύχτα και στους τρεις αφέντες τους και τους διέταξε να ελευ­θερώσουν τους σκλάβους ιερείς τους, δια­φορετικά θα τους τιμωρούσε σκληρά. Οι Αγαρηνοί όμως άρχοντες θεώρησαν την επέμ­βαση του Αγίου σαν κάποια μαγεία, γι' αυ­τό αλυσόδεσαν τους σκλάβους τους κι άρ­χισαν να τους βασανίζουν με χειρότερο τρό­πο.  
Την άλλη όμως νύχτα ο Άγιος Φανούριος επέμβηκε πιο αποτελεσματικά, έλυσε τους τρεις ιερείς απ' τα δεσμά τους και τους υ­ποσχέθηκε, πως θα τους ελευθέρωνε από τους Αγαρηνούς την άλλη μέρα. Φανερώ­θηκε και πάλι στους Αγαρηνούς και τους απείλησε αυτή τη φορά, πως αν δεν ελευθέρωναν το πρωί τους ιερείς, θα μεταχειρι­ζότανε σκληρά μέτρα γι' αυτούς.
 
Το άλλο πρωί οι Αγαρηνοί αισθάνθησαν την τιμωρία, γιατί έχασαν όλοι το φως τους και το κορμί τους έμεινε παράλυτο. Έτσι αναγκάσθησαν τότε να συμβουλευτούν τους συγγενείς τους, για να συζητήσουν το κα­κό που τους βρήκε. Όλοι δε οι άρχοντες α­ποφάσισαν να καλέσουν τους τρεις ιερείς, μήπως μπορούσαν να τους βοηθήσουν. Οι ιερείς την μόνη απάντηση που έδωσαν ήταν, πως αυτοί θα παρακαλούσαν τον Θεό τους κι Εκείνος θα αποφάσιζε.
 
Την τρίτη νύχτα παρουσιάστηκε πάλι ο Άγιος Φανούριος στους Αγαρηνούς και τους ανακοίνωσε πως αν δεν έστελναν οι τρεις άρχοντες γραπτώς στο ναό του τη συγκατάθεση τους για την απελευθέρωση των ιερέων, δεν θα ξανάβρισκαν πια την υ­γεία τους. Οι Αγαρηνοί τότε θέλοντας και μη έγραψαν το γράμμα που ζήτησε ο Άγιος Φανούριος και δήλωναν απερίφραστα, πως παραχωρούσαν, στους τρεις ιερείς την ελευ­θερία τους. Αυτές οι δηλώσεις τους κατατέ­θηκαν στον ιερό ναό του Αγίου.  
Πριν ακόμα επιστρέψει η αντιπροσωπεία των Αγαρηνών απ' το ναό, οι τυφλοί και παράλυτοι άπιστοι έγιναν εντελώς καλά με το θέλημα του Αγίου. Οι πλούσιοι Αγαρηνοί έδωσαν στους τρεις ιερείς όλα τα έξοδα του ταξιδιού τους κι αυτοί πριν αναχωρή­σουν κατέφυγαν στην εκκλησία, και αφού ευχαρίστησαν τον Άγιο για την απελευθέ­ρωσή τους, αντέγραψαν πιστά την εικόνα του Αγίου Φανουρίου και την πήραν στην Κρήτη, όπου την τιμούσαν κάθε χρόνο με δοξολογίες και λιτανείες.

6. Η πίτα του Αγίου Φανουρίου
 
Η μεγάλη τιμή που τρέφουν οι χριστιανοί στον Άγιο Φανούριο, έγινε αιτία να δημιουργηθεί στο λαό το παραδοσιακό έθι­μο της πίττας του Αγίου ή καλύτερα της φανουρόπιτας.
 
Η πίτα συνήθως είναι μικρή και στρογ­γυλή και γίνεται από καθαρό αλεύρι, ζάχα­ρη, κανέλλα, λάδι κι αφού όλα αυτά τα υλι­κά ανακατευθούν, ζυμώνονται, μπαίνουν σε στρογγυλή φόρμα και η πίττα ψήνεται σε μέτρια θερμοκρασία στο φούρνο.
 
Η πίτα γίνεται για να φανερώσει ο Ά­γιος σε κάποιον ένα χαμένο αντικείμενο, κά­ποια δουλειά αν ένας είναι άεργος, κάποια χαμένη υπόθεση, την υγειά σε κάποιο άρ­ρωστο και άλλα παρόμοια. 
Η Εκκλησία μας γιορτάζει τη μνήμη του στις 27 Αυγούστου.

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ
Ήχος δ΄. Βασίλειον διάδημα
Ουράνιον εφύμνιον εν γη τελείται λαμπρώς, επίγειον πανήγυριν νυν εορτάζει φαιδρώς Αγγέλων πολίτευμα, άνωθεν υμνωδίαις, ευφημούσι τους άθλους, κάτωθεν Εκκλησία την ουράνιον δόξαν. ην εύρες πόνοις και άθλοις τοις σοις, Φανούριε ένδοξε.

ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ
Ήχος γ΄. Η Παρθένος σήμερον

Ιερείς διέσωσας αιχμαλωσίας αθέου και δεσμά συνέθλασας δυνάμει Θεία, Θεόφρον, ήσχυνας τυράννων θράση γενναιοφρόνως, ηύφρανας Αγγέλων τάξεις Μεγαλομάρτυς, δια τούτο σε τιμώμεν, θείε οπλίτα, Φανούριε ένδοξε.

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ

Τους ασπαζομένους την σην σεπτήν εικόνα εν πίστει και αιτούντας σην αρωγήν, Μάρτυς, κληρονόμους της Θείας Βασιλείας, Φανούριε, λιταίς σου πάντας ανάδειξον.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ:  ΟΡΘΟΔΟΞΟΝ  ΙΔΡΥΜΑ   «Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΑΡΝΑΒΑΣ»

Η Αγία Κυριακή

Αγία Κυριακή η Μεγαλομάρτυς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Η Αγία Μεγαλομάρτυς Κυριακή
H Αγία Μεγαλομάρτυς Κυριακή (Ιταλικά: Santa Domenica, Βουλγαρικά: Света Неделя) γεννήθηκε στη Νικομήδεια, μοναδικό παιδί του Δωρόθεου και της Ευσεβίας. Οι γονείς της ήταν Έλληνες, ευσεβείς χριστιανοί, πλούσιοι, αλλά χωρίς απογόνους. Προσευχόμενοι αδιαλείπτως, απέκτησαν ένα παιδί εκ Θεού. Εφόσον γεννήθηκε ημέρα Κυριακή (την ημέρα του Κυρίου), της δόθηκε το όνομα Κυριακή.
Από την παιδική της ηλικία η Κυριακή ήταν αφιερωμένη στο Θεό. Ήταν όμορφη στο σώμα και στην ψυχή. Πολλοί μνηστήρες τη ζήτησαν σε γάμο, αλλά απέρριπτε όλες τις προτάσεις, λέγοντας ότι είναι αρραβωνιασμένη με τον Χριστό τον Κύριο και ότι δεν επιθυμούσε τίποτε περισσότερο από το να πεθάνει εν παρθενία. Ένας δικαστής στη Νικομήδεια ήθελε να αρραβωνιάσει την Κυριακή με το γιο του, δεδομένου μάλιστα ότι εκείνη προερχόταν από πλούσια οικογένεια. Καθώς και η δική του πρόταση απορρίφθηκε, κατήγγειλε την Κυριακή και τους γονείς της ως Χριστιανούς στον αυτοκράτορα Διοκλητιανό.
Ο αυτοκράτορας διέταξε οι γονείς της να υποβληθούν σε βασανιστήρια. Ο Δωρόθεος ξυλοκοπήθηκε άγρια, μέχρι του σημείου οι στρατιώτες από την κούραση να σταματήσουν να τον χτυπούν. Επειδή ούτε η κολακεία, ούτε τα μαρτύρια είχαν αποτέλεσμα, ο Δωρόθεος και η Ευσεβία εξορίσθηκαν στη Μελιτηνή (μεταξύ Καππαδοκίας και Αρμενίας), όπου πέθαναν υπομένοντας πολλά δεινά για τον Χριστό. Έστειλε τότε ο αυτοκράτορας την Κυριακή να ανακριθεί από τον Μαξιμιανό.
Η εκκλησία της Αγίας Κυριακής στην Κωνσταντινούπολη.
Η Κυριακή αρνήθηκε να αποκηρύξει την πίστη της. Ως αποτέλεσμα ο Μαξιμιανός διέταξε να τη μαστιγώσουν. Οι άνδρες του αυτοκράτορα τη βασάνισαν με κάθε δυνατό τρόπο, αλλά η πίστη της ήταν ακλόνητη. Ένα βράδυ, καθώς κείτονταν στο πάτωμα του κελλιού της, άκουσε τη φωνή του Θεού να της λέει: «Μη φοβάσαι τα βασανιστήρια Κυριακή, το πνεύμα μου είναι μαζί σου». Έπειτα από πολλές και τρομερές δοκιμασίες, ο Μαξιμιανός απέτυχε να πείσει τη νεαρή γυναίκα να αλλάξει την πίστη της. Την έστειλε τότε στον έπαρχο της Βιθυνίας Ιλαρίωνα, από τον οποίο ζήτησε να κάνει την Κυριακή ειδωλολάτρη ή να του την ξαναστείλει.
Ο Ιλαρίων έβαλε τα δυνατά του για να το πετύχει αυτό. Ένα από τα βασανιστήρια που δοκίμασε ήταν να την βάζει να κρέμεται από τα μαλλιά της αρκετές ώρες ενώ στρατιώτες της έκαιγαν το σώμα με αναμμένες δάδες. Τέλος, την έριξαν σε ένα κελί φυλακής. Εκείνη τη νύχτα ο Χριστός εμφανίστηκε και της θεράπευσε τις πληγές. Βλέποντας τη θαυματουργή σωτηρία της Κυριακής πολλοί ειδωλολάτρες πίστεψαν στο Χριστό· ως συνέπεια αποκεφαλίστηκαν.
Ύστερα από εξαντλητική ανάκριση, οδήγησαν την Κυριακή στο ναό να θυσιάσει στα είδωλα. Εκείνη, εισερχόμενη, παρακαλούσε μέσα της το Χριστό να τη βοηθήσει. Ένας δυνατός σεισμός κατατρόμαξε τους δημίους και τα αγάλματα του ναού έπεσαν από τα βάθρα τους κι έγιναν θρύψαλα. Η Κυριακή βασανίστηκε ξανά από τον Απολλώνιο, ο οποίος διαδέχθηκε τον Ιλαρίωνα. Όταν όμως την έριχναν στη φωτιά, οι φλόγες δεν την έκαιγαν. Όταν την έριχναν στα άγρια ​​θηρία αυτά ημέρευαν. Εν τέλει, ο Απολλώνιος την καταδίκασε σε αποκεφαλισμό. Της δόθηκαν λίγα λεπτά για να προσευχηθεί, και ζήτησε από το Θεό να παραλάβει την ψυχή της, μνημόνευε δε αυτούς που εξ αιτίας τους είχε την τιμή να μαρτυρήσει για το Χριστό· ύστερα έγειρε στη γη. Όταν ο δήμιος πλησίασε για να εκτελέσει τη διαταγή, είδε ότι η Κυριακή ήταν ήδη νεκρή· ήταν μόλις 21 χρονών. Η μνήμη της εορτάζεται στις 7 Ιουλίου.
Η Αγία Κυριακή είναι η πολιούχος Αγία της πόλης των Σερβίων στην Κοζάνη.

Απολυτίκιο

Ως βρύσις πολύκρουνος παρθενομάρτυς Χριστού, κατήρδευσας πάνσοφε την Εκκλησίαν αυτού, και ήθλησας άριστα. Έσωσας τους εν σκότει της ειδωλομανίας, αίγλη των σων θαυμάτων, Κυριακή αθλοφόρε. Διό εν παρρησία Χριστώ πρέσβευε σωθήναι ημάς.

Πηγές

Πέμπτη 5 Ιουλίου 2012

Άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης

πηγή


ΑΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ

Άπολυτίκιον. τΗχος γ'. Την ωραιότητα.

Την εν σαρκί ζωήν σου κατεπλάγησαν, Αγγέλων τάγματα, πώς μετά σώματος, προς αοράτους συμπλοκάς, έχώρησας άοίδιμε, και κατετραυμάτισας, των δαιμόνων τάς φάλαγγας. Όθεν Αθανάσιε, ό Χριστός σε ήμείψατο πλουσίαις δωρεαίς. Διό Πάτερ πρέσβευε, σωθήναι τάς ψυχάς ημών.
Αναμφισβήτητα ο πραγματικός διοργανωτής των μοναστικών κοινοβίων στον Άθω υπήρξε ο Όσιος Αθανάσιος.  Με μελανά χρώματα περιγράφεται στον βίο του ή κατάσταση των ασκητών στο Άγιον Όρος, όταν έφθασε εκεί ο όσιος.  Δεν ασχολούνταν οι μοναχοί με την καλλιέργεια της γης, ούτε είχαν αχθοφόρα ζώα αλλά «καλύβας εκ μικρών πηξάμενοι ξύλων και οροφήν αυταίς εκ χόρτων συμφορηθείσαν επισχεδιάσαντες...».  Μοναδική τροφή των ασκητών ήταν οι άγριοι καρποί των δέντρων.  Ο Αθανάσιος όμως πίστευε ότι μέσα στους διαρκείς κινδύνους από τους Σαρακηνούς πειρατές του Χάνδακα και την ανασφάλεια, που αισθάνονταν oι αναχωρητές στους υποτυπώδεις οικισμούς τους μέσα σε ψαθοκαλύβες, δεν ήταν δυνατό να μεθοδευτεί η σκληρή συστηματική άσκηση των κοινοβίων της Ανατολής, την οποία είχε ο ίδιος διδαχθεί από τον πνευματικό του πατέρα Μιχαήλ Μαλέινο στο όρος του Κυμινά της Βιθυνίας.
Ο Όσιος Αθανάσιος, κατά κόσμον Αβραάμιος, γεννήθηκε στην Τραπεζούντα από εύπορους γονείς.  Όταν γεννήθηκε είχε πεθάνει ο πατέρας του και γρήγορα έφυγε από τη ζωή και η μητέρα του.  Την ανατροφή του ανέλαβε μια συγγενής της μητέρας του.  Ο Αβραάμιος προοριζόταν για το διδασκαλικό στάδιο.  Όταν όμως, σε μια επίσκεψή του στην Κωνσταντινούπολη, ο Βυζαντινός στρατηγός Ζεφινεζέρ τον παρουσίασε στον φημισμένο για τις αρετές του ηγούμενο της Μονής του Κυμινά Μιχαήλ Μαλέινο, ο Αβραάμιος αισθάνθηκε πως ο προορισμός του ήταν άλλος.  Τότε συναντήθηκε για πρώτη φορά και με τον ανιψιό του Μιχαήλ, τον στρατηγό των Ανατολικών Νικηφόρο Φώκα (Ρ. Lemerle, La vie ancienne de S. Athanase l'Athonite, composee du debut du Χle siecle par Athanase de Lavra, Le Millenaire du Mont Athos).  Ο Μιχαήλ Μαλέινος είχε γεννηθεί τo 894 και είχε καρεί μοναχός το 912.  Τη Μονή του Κυμινά, στα βουνά της Βιθυνίας, είχε ιδρύσει το 925 (L. Petit, Vie et office de Michel de Μαleinote, Bibliotheque Hagiographique orientale 1903). Ο Αβραάμιος ακολούθησε τον Μιχαήλ Μαλέινο στο όρος του Κυμινά, όπου και έλαβε το μοναχικό σχήμα με το όνομα Αθανάσιος.  Μέσα στα τέσσερα χρόνια της παραμονής του στα βουνά της Βιθυνίας φθάνει στην κορυφή της μοναχικής άσκησης «προς το μέγα της ησυχίας στάδιον» και καταφεύγει τελικά «εν ιδιαζοντί τίνι και ησυχαστικώ τόπω», όχι μακριά από τη Μονή Κυκλησή.  Την εποχή αυτή επισκέπτεται τον θείο του Μιχαήλ ο στρατηγός των Ανατολικών Νικηφόρος Φωκάς, μαζί με τον αδελφό του μάγιστρο Λέοντα, που αργότερα έλαβε τον τίτλο του «κουροπαλάτη».  H ομολογία του Μιχαήλ Μαλέινου, σύμφωνα με την οποία έδωσε στον Αθανάσιο «την της χάριτος διαδοχήν», έχει προκαλέσει διαταραχή (ανάμεσα στους μοναχούς, στη σκήτη της μετανοίας του.  Ο Αθανάσιος φεύγει για το Όρος, όπου ασκητεύει άγνωστος και μόνος.  Εκεί πληροφορείται ότι ο μάγιστρος Λέων έχει λάβει τον τίτλο του «Μαγίστρου των Σχολών της Δύσεως».  Φοβάται μήπως αποκαλυφθεί, γι' αύτο αλλάζει όνομα από Αθανάσιος σε Βαρνάβας και πηγαίνει να κρυφτεί στην περιοχή του Ζυγού, κοντά σε γέροντα ασκητή, προσποιούμενος τον αγράμματο δόκιμο.  Ο Νικηφορος Φωκάς, που στο μεταξύ έχει πάρει «την αρχήν απάσης Ανατολής», προσπαθεί να ανακαλύψει τον Αθανάσιο.  Υποπτεύεται ότι κρύβεται στον Άθω και γράφει στον «Κριτή του Θέματος της Θεσσαλονίκης».  Αυτός, με τη σειρά του, απευθύνεται στον Πρώτο του Αγίου Όρους Στέφανο, ο οποίος, ύστερα από περιπέτειες, ανακαλύπτει τον Αθανάσιο-Βαρνάβα κατά την ετήσια σύναξη στο Πρωτάτο.
Ο μάγιστρος Λέων Φωκάς, μετά τη νίκη του εναντίον των Σκυθών νομάδων (Ούγγρων), το 958/959, πηγαίνει στον Άθω για να συναντήσει τον Αθανάσιο.  Οι Αθωνίτες, που έχουν πληροφορηθεί πια για την πνευματική προσωπικότητα του Αθανασίου, αρχίζουν να συγκεντρώνονται γύρω του.  Ο Αθανάσιος καταφεύγει στην άκρη του Άθω, στο ακρωτήριο Μελανά.  Δεν έχει περάσει ένας χρόνος και φθάνει μήνυμα του στρατηγού Νικηφόρου Φωκά από την Κρήτη, όπου είχε εκστρατεύσει για να καταστρέψει το ορμητήριο των Αγαρηνών πειρατών.  Οι Αθωνίτες συμβουλεύουν έντονα τον Αθανάσιο να βοηθήσει τον Νικηφόρο Φωκά και να φροντίσει για την απελευθέρωση τόσων αιχμαλώτων συνασκητών τους.  Όταν φθάνει στην Κρήτη ο Αθανάσιος, οι Σαρακηνοί έχουν στο μεταξύ νικηθεί από τον ένδοξο στρατηγό Νικηφόρο Φωκά.  Κατά το ετήσιο διάστημα της παραμονής του στο νησί, ο Νικηφόρος επαναλαμβάνει στον Αθανάσιο την επιθυμία του να μονάσει, και το παραχωρεί κάθε διευκόλυνση για να ιδρύσει ένα κατάλληλο προς της μοναχικές του πεποιθήσεις κοινόβιο.
Ο Αθανάσιος αρχίζει με μεγάλους κόπους την ανίδρυση του μοναστηρίου της Λαύρας, του τόπου της μετάνοιας του Νικηφόρου, το 961, τον χρόνο που κοιμήθηκε ο πνευματικός του πατέρας, ο μεγάλος ασκητής Μιχαήλ Μαλέινος.  Στις 16 Αυγούστου 963 ο Νικηφόρος Φωκάς στέφεται αυτοκράτορας.  Ο Αθανάσιος εγκαταλείπει την ανίδρυση της Λαύρας και φεύγει για την Κύπρο.  Οι ικεσίες του αυτοκράτορα, η ανανέωση της ομολογίας του για την αμετάθετη απόφαση του να μονάσει και μια γενναία οικονομική βοήθεια τον πείθουν να επιστρέψει και να συνεχίσει το έργο του.  Χτίζει λοιπόν γύρω από το καθολικό κελιά, μαγειρίο, τράπεζα, νοσοκομεία, ξενώνες, υδραγωγείο, μύλο.  Από παντού έρχονται μοναχοί για να επανδρώσουν τη μεγάλη μονή που χτίζει ο Αθανάσιος, με επιχορήγηση του αυτοκράτορα, ο οποίος θα είναι αύριο συμμοναστής τους.  Στο τυπικό της ανίδρυσης της Λαύρας ο Αθανάσιος περιγράφει τους αγώνες του για να εξημερώσει τον άγριο τόπο: «όσους δε κόπους και συντριβάς πεπόνθαμεν και πειρασμούς και ταλαιπωρίας υπομεμενήκαμεν και δόσεις εξόδων καταβεβλήμεθα εις τε λατομίας και κατορύξεις και χωμάτων και λίθων εκφόρησιν και φυτών και θάμνων και δένδρων εκτομήν και έκσπασιν, προς το δείμασθαι τον άγιον της υπεραγίας Θεοτόκου ναού, την τε της Λαύρας άπασαν κατασκήνωσιν...».
Ο θάνατος του Νικηφόρου Φωκά (11.12.969) δίνει την ευκαιρία στους εχθρούς του Αθανασίου, που σκανδαλίστηκαν από την οικοδομική του δραστηριότητα, να τον κατηγορήσουν στον νέο αυτοκράτορα Ιωάννη Τσιμισκή πως αλλοιώνει τον χαρακτήρα του Όρους: «οικοδομάς γαρ ανήγειρε πολυτελείς και πύργους και λιμένας ενήργησεν, επιρροάς τε υδάτων κατήγαγε και ζεύγη βοών ωνήσατο και εις κόσμον ήδη το Όρος μετεποίησεν, αγρούς και καρπούς γεννήματος εποίησεν... ότι τε τους αρχαίους νόμους παρακινεί και μεταποιείται τα παλαιά έθη και όρους».  Και μόνο από το περιεχόμενο της κατηγορίας διαβλέπει κανείς τις τάσεις που υπήρχαν πάντα στο Όρος.  Από τη μια μεριά ο ανοργάνωτος ασκητισμός, ο αναχωρητισμός, με επικεφαλής τον περίφημο Παύλο τον Ξηροποταμηνό, και από την άλλη οι προϋποθέσεις για ένα οργονωμένο και πειθαρχημένο κοινοβιακό σύστημα.
Ο αυτοκράτορας στέλνει στο Όρος τον ηγούμενο της Μονής του Αγίου Ιωάννου του Στουδίου Ευθύμιο, ο οποίος συγκεντρώνει στον ναό του Πρωτάτου τους ηγούμενους και βάζει τις βάσεις ενός νέου τυπικού (971 ή 972) που κυρώθηκε με αυτοκρατορικό χρυσόβουλλο, του περίφημου Τράγου.  Η περγαμηνή αυτή, που έχει κατασκευαστεί από δέρμα τράγου και φυλάσσεται στα αρχεία της Ιεράς Κοινότητος στις Καρυές, έχει διαστάσεις 0,3165 ´ 0,485 και είναι το παλαιότερο έγγραφο που σώζεται με αυτοκρατορική υπογραφή.  Ο Αθανάσιος στηρίχθηκε στους κανόνες του Θεοδώρου του Στουδίτη και συνέταξε το τυπικό της Λαύρας, πού υπήρξε κατόπιν το υπόδειγμα της διοργανώσεως και των άλλων μονών («του οσίου και Θεοφόρου πατρός ημών και ομολογητού Θεοδώρου, ηγουμένου του Στουδίου».  Ο Άγιος Αθανάσιος συμπλήρωσε το «τυπικόν» με τη «διατύπωσιν» και την «υποτύπωσιν», όπου καθορίζονται οι λειτουργίες, τα γεύματα και κάθε λεπτομέρεια λειτουργίας του κοινοβίου.
Ο Νικηφόρος Φωκάς είχε προικίσει τη Μονή της Λαύρας με μέρος από τις κρατικές προσόδους και της είχε δωρήσει πολλά μετόχια, άγια λείψανα και έργα τέχνης.  Μετά τη δολοφονία όμως του αυτοκράτορα από τους ανθρώπους του Ιωάννη Τσιμισκή, ο Αθανάσιος δεν θέλησε πια να ξαναπάει στην Κωνσταντινούπολη, μπόρεσε όμως να εξασφαλίσει προστασία για τη Λαύρα του, στέλνοντας τον μαθητή του Ιωάννη τον Ίβηρα στον πατριώτη του νέο αυτοκράτορα Ιωάννη Τσιμισκή.  Με αυτό τον τρόπο κατόρθωσε να διπλασιάσει τα εισοδήματα του μοναστηριού και να αποκτήσει αργότερα πολλά κτήματα στη Χαλκιδική και στον Άθω από τον Βασίλειο Β΄ τον Βουλγαροκτόνο.  Tα κτήματα της μονής πολλαπλασιάστηκαν κατά τους επόμενους αιώνες είτε με αυτοκρατορικά χρυσόβουλλα, είτε με αφιερωτήρια ιδιωτών.
Η ίδρυση και λειτουργία της Λαύρας αποτελεί σταθμό, γιατί από τότε τα ψαθοκάλυβα των αναχωρητών αντικαθιστούν οι «ευκτήριοι οίκοι».  Ο όσιος Αθανάσιος επέβλεπε προσωπικά κάθε λεπτομέρεια οργανωτική της μονής και παρακολουθούσε κάθε οικοδομική δραστηριότητα.  Η υπερβολική κόπωση υπήρξε μοιραία για τη ζωή του.  Ανεβασμένος «επί της τεκτονικής κλίμακος» για να παρακολουθήσει την πρόοδο των εργασιών ανοικοδομήσεως του καθολικού, έπεσε μαζί με τους μαΐστορες και «εκοιμήθη» στις 5 Ιουλίου του 1000 ή 1001.


ΑΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ
Ιωσήφ μοναχού

Ο Άγιος Αθανάσιος, όπως αναφέρεται στον κατά πλάτος βίο του, κατήγετο από τα μέρη της Ανατολής, από την Τραπεζούντα. Μόλις τελείωσε την έξωθεν παιδεία - ήτο φιλόλογος - ελκυσθείς υπό της Θείας Χάριτος, εγκατέλειψε τα εγκόσμια και προσεχώρησε στο μοναχισμό από νεαράς ηλικίας, υπό την πρόνοια του κατά σάρκα θείου του, του οσιωτάτου πατρός Μιχαήλ του Μαλεήνου.
Όταν κάποτε, επεσκέφθησαν οι νεαροί στρατηγοί Νικηφόρος και Λέων, οι διαδραματίσαντες μετέπειτα σπουδαίο ρόλο στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία, τον όσιο Μιχαήλ το Μαλεήνο, τον πνευματικό πατέρα του Αγίου Αθανασίου, για να εξομολογηθούν, ο Όσιος Μιχαήλ τους οδήγησε στο μέρος όπου ησύχαζε ο Άγιος Αθανάσιος, τριακοντούτης τότε, λέγοντας τους ότι θέλει να τους επιδείξει ένα θησαυρό. Και μετά την συνάντηση και συνομιλία πού είχαν μαζί του, εθαύμασαν, διότι πραγματικά επρόκειτο περί ενός μεγάλου θησαυρού.
Από τότε έλαβαν εντολή «αυτώ τούτω τω μοναχώ αναθέσθαι τους λογισμούς δια βίου παντός». Έκτοτε συνέχισαν οι, δύο μεγάλοι άνδρες να έχουν ως πνευματικό οδηγό τον Όσιο Αθανάσιο, έως τέλους του βίου τους.
Με τον Νικηφόρο δε τόσο συνεδέθησαν, ώστε έδωσαν αμοιβαία υπόσχεση να ζήσουν πάντοτε μαζί σαν μοναχοί. Η υπόσχεση εκ μέρους του Νικηφόρου παρέμεινε ατελής, διότι ως στρατηγός εκλήθη να απελευθέρωση την Κρήτη από τους πειρατές, υστέρα όμως εβασίλευσε δια της βίας και εδολοφονήθη, χωρίς να κατορθώσει να φυλάξει την υπόσχεσή του. Δεν έπαυσε όμως να προνοεί της Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Αθανασίου.
Ο Όσιος Αθανάσιος, φεύγοντας από τα μέρη της Βιθυνίας, έρχεται στον Άθωνα. Επισκεφθείς τις Καρυές, κέντρο της τότε μοναστικής ζωής, δεν απεκάλυψε ποίος ήτο, αλλά προσεποιήθη τον αγράμματο και τον αγροίκο. Πολλές φορές ο Γέροντας του προσπαθούσε να του μάθη το αλφάβητο, για να διαβάζει την ακολουθία του. Αυτός όμως προσεποιείτο ότι δεν έχει τέτοια ικανότητα προς μάθηση. Στους γέροντες του Πρωτάτου πού παρακινούσαν τον γέροντα να μάθη τον υποτακτικό του γράμματα, απαντούσε με απλότητα, ότι είναι στενοκέφαλος και δεν μπορεί να μάθη.
Τέλος όμως, απεκαλύφθη ποιος ήτο, από αυτούς που τον εγνώριζαν και ηναγκάσθη να ομολογήσει ότι ήτο περιβόητος Αθανάσιος. Εφ' όσον πλέον έγινε γνωστός και δεν ημπορούσε να συνεχίσει στην αφάνεια που τόσο αγαπούσε, εξεκίνησε περιερχόμενος το Άγιο Όρος, αναζητώντας κατάλληλο τόπο. Έφθασε μέχρι τα ανατολικότερα μέρη του Όρους, στα λεγόμενα Μελανά, όπου στην αρχή έμεινε για λίγο διάστημα εις ένα σπήλαιο για ησυχαστική ζωή. Μετά όμως, επιμόνως παρακινούμενος από τον Νικηφόρο, άρχισε την ανέγερση της Λαύρας. Πριν όμως καλά-καλά τελειώσει η ανοικοδόμηση της Μονής, ήλθε είδηση στον Άγιο, ότι ο Νικηφόρος έγινε αυτοκράτωρ. Με πολλή λύπη τότε ο Άγιος, διότι αυτό σήμαινε την εκ μέρους του Νικηφόρου αθέτηση της υποσχέσεως του πού είχε δώσει στον Θεό να γίνει μοναχός, αλλά και από ταπείνωση, μισοδοξία και αγάπη προς την ησυχία, εγκαταλείπει την Λαύρα, στέλλει στον Νικηφόρο μια ελεγκτική επιστολή και με ένα μαθητή του, τον Αντώνιο, αναχωρεί για την Κύπρο. Ευρισκόμενος όμως στην Κύπρο λαμβάνει πληροφορία από τον Θεό να γυρίσει πίσω, να αποτελειώσει το έργο του. Γυρίζει λοιπόν πάλι πίσω και συνεχίζει το προηγούμενο του έργο. Και οικοδομώντας την Λαύρα ο Άγιος, έγινε στυλοβάτης της Αθωνικής μοναστικής ζωής.
 Κατόρθωσε να φέρει τα διάφορα μονήδρια, Σκήτας, και ησυχαστήρια πού ήσαν σε μια κατάσταση απομονώσεως, σε κοινωνία μεταξύ τους, αλλά και με τους ιδικούς του μαθητάς, πού ευρίσκοντο εντός της Μονής. Έτσι σιγά-σιγά ήρχοντο και υπετάσσοντο εις αυτόν. Έμεναν φυσικά στα ησυχαστήρια τους, αλλά πνευματικά εξηρτώντο από αυτόν. Και τότε πραγματικά προεκάλεσε την μεγάλη αυτή ισορροπία, επάνω στην οποία συνίσταται, εάν θέλωμε να είμεθα ειλικρινείς, η μακροβιότης του Αθωνικού μοναχισμού. Γι' αυτό και δικαίως πρέπει να ονομάζεται ο αναντικατάστατος, τρόπον τινά, ρυθμιστής, ηγούμενος και κυβερνήτης του Αθωνικού μοναχισμού. Επέτυχε, όπως είπα, το απρόσιτο, το διχασμένο και το μεμενωμένο των Πατέρων μέσα στον Άθωνα, να το ενώση υπό μίαν γνώμη, να αποδώσει την ελευθερία στην προσωπικότητα, να πείσει τον καθένα ότι μπορεί να γίνει μοναχός τηρώντας κατά δύναμη την Πατερική φιλοσοφία.
Και εφήρμοσε πραγματικά το παρεμφερές ρήμα του Παύλου: «ο διακονών εν τη διακονία, ο προϊστάμενος εν σπουδή» και τρόπον τινά, «ο ησυχάζων εν τη νήψει». Γι'αυτό για μας τους αγιορείτας μοναχούς, ο Όσιος Αθανάσιος, δεν είναι ένας απλός Άγιος, από τους τόσους πολλούς, αλλά είναι κατ' εξαίρεση ο πνευματικός Πατήρ πάντων. Στην προσωπικότητα του, στην πατρική του στοργή και πρόνοια, στην πεφωτισμένη του διάνοια, στην διακριτικότητα του, ευρίσκει ο κάθε ένας από μας, εις όλας τάς γενεάς, αυτό πού του αναλογεί και μπορεί κάλλιστα και απρόσκοπτα να συνεχίζει την πορεία του με την μακαριά ελπίδα ότι επιτυγχάνει στην μοναστική ζωή.
Δύο πράγματα χαρακτηρίζουν κατ' εξαίρεση τον μεγάλο αυτό φωστήρα. Το μεν ένα είναι η άκρα φιλοπονία, η συνεχής άρση του σταυρού, την οποία θεωρεί ως το πλέον απαραίτητο στοιχείο, ως την σπονδυλική στήλη της μοναστικής αγωγής. Μέσον ως επί το πλείστον, της ησυχαστικής αγωγής, την οποία συνέχιζε από την αρχή πριν να αναλάβει τις μεγάλες του ευθύνες. Τόσο δε εθέλγετο από την ασκητική διάθεση πού πολλάκις παρεπονείτο ότι, χωρίς να είναι ο πόθος του αυτός, εμβήκε σε τόσες κοινωνικές μέριμνες, του μοναστικού φυσικά ιδιώματος. Και επιθυμούσε διακαώς να ευρεθεί πάλι χωρίς μέριμνες, και να συνεχίσει κατά τον πόθο του, κατά μονάς την ησυχαστική ζωή, την οποία πολλές φορές εφήρμοζε στο σπήλαιο του, πού ευρίσκεται έξωθεν προς τα νοτιοανατολικά μέρη της Λαύρας, στην λεγομένη Βίγλαν.
Το δεύτερο είναι το στοιχείο της αγάπης, τη κοινωνικότητας και της αλληλεγγύης. Αν και ευρίσκετο ως προς τον εαυτό του αυστηρότατος ασκητής και φιλοπονώτατος, ως προς τον πλησίον του ήτο πάντοτε φιλόστοργος και πλήρης αγάπης. Και η πολλή του αγάπη και στοργή, πραγματικά συνέδεσε και συνεχίζει να συνδέει τον Αθωνικό μοναχισμό και αυτό πιστεύομε θα συνεχιστή έως της συντέλειας, από όσα αποδεκνύει η θεία πρόνοια, μέσω της ακοιμήτου πρεσβείας του μεγάλου τούτου φωστήρος. Φυσικά αν επιχειρήσωμε εμείς να τον περιγράψωμε, θά τον μειώσωμε. Άλλα τα ελάχιστα τούτα, σαν ένα χρέος απαραίτητο τα αναφέραμε, για να αφυπνίσωμε ο καθένας τον εαυτό μας και να μιμηθούμε κάτι από τις ποικίλες και πολλαπλές του αρετές. Τόση ήτο η πρόνοία του στο να στηρίζη το ποίμνιό του ούτως ώστε εκάθητο στο αριστερό μέρος του Αγίου Βήματος και κατά την ώρα της ακολουθίας ακόμη, εδέχετο εκεί προς εξομολόγηση τους αδελφούς, όχι μόνο της μονής του, αλλά και πολλούς άλλους.
Μέσα στο πανελεύθερο πνεύμα της πατρικής του στοργής, για να αναπαύσει όλες τις φυσιογνωμίες και να αυταρκέση εις όλους τους χαρακτήρες, και στους πλέον αδυνάτους και στους πλέον ισχυρούς, δεν παραμέλησε να χρησιμοποιήσει και την ανθρώπινη γνώση, μέσα στην εφευρετικότητα, στο να μεταβάλει και να κάνη ανετότερη την ζωή, ούτος ώστε και οι ασθενέστεροι και αδύνατοι στο χαρακτήρα να καυχώνται για την μοναστική τους ιδιότητα, και να μην αποθαρρύνονται. Εδημιούργησε, μέσα στην ευρύτητα της πατρικής του προνοίας, ένα πρόγραμμα, πού τότε όχι μόνο δεν υπήρχε, αλλά και κατά τα έθιμα του απομονωμένου τρόπου της μοναστικής ζωής στον Άθωνα, εθεωρείτο ως κατακριτέο. Κατεσκεύασε λιμάνια, δρόμους, αποθήκες, αμπελώνες, κήπους και ό,τιδήποτε άλλο μπορούσε να προκαλέσει μέσα στα επιτρεπτά μέσα, την στοιχειώδη άνεση εις όλους τους ανθρώπους, πού ημπορούσαν και ήθελαν να γίνουν μοναχοί. Αλλά τούτο εδημιούργησε παρεξηγήσεις και όπως αναφέρεται στον βίο του, εθεωρήθη ως «εισάγων καινά δαιμόνια»· εν συνεχεία εσυκοφαντήθη και εκινήθη ενάντιο του η διοικητική αρχή του Αγίου Όρους. Επρόκειτο δε να τον δικάσουν, διότι δήθεν παρεβίασε τα προγράμματα και τον τύπο της ησυχίας των Πατέρων. 
Τότε ακριβώς επενέβη προσωπικά η Δέσποινα μας Θεοτόκος και αυτούς μεν καθησύχασε, αυτόν δε ενεθάρρυνε να συνέχιση και να μην ολιγοψυχήση και εγκατάλειψη το έργο του. Στις παρουσιαζόμενες μάλιστα δυσχέρειες, όταν οικονομικώς δεν ημπορούσε να φέρει εις πέρας το τεράστιο έργο το οποίο εξεκίνησε, τότε παρίστατο η Δέσποινα μας, και του έδιδε θάρρος. Τόσο δε οι υποσχέσεις Της ήταν ζωντανές, αισθητές και βέβαιες, ώστε κάποτε, όταν δεν υπήρχε πλέον τίποτε μέσα στην αποθήκη και μέσα στο οικονομεΐο, επαρουσιάσθη μόνη Της και είπεν ότι, «εγώ θα είμαι η Οικονόμος της Μονής πλέον, για να μην έχετε μέριμνα». Και πράγματι, πολλές φορές έδωσε την ευλογία Της και εγέμισαν πάλι οι αποθήκες τρόφιμα, σε μια δυσχέρεια όπου οι πολλοί εργάτες και το πλήθος και οι μοναχοί δεν μπορούσαν να αυταρκέσουν. Και έκτοτε η Αγιωτάτη αυτή Μονή δεν έχει ποτέ οικονόμο, όπως είναι το σύστημα των Μονών, αλλά παραοικονόμο. Και μία των εικόνων της, η οποία ευρίσκετο τότε στο οικονομείο και έδειξε το θαύμα, η λεγομένη Οικονόμισσα, υπάρχει ακόμα εκεί και μπροστά εις αύτη την εικόνα και θαύματα πολλά έχουν γίνει και με ιδιαιτέρα ευλάβεια οι μοναχοί απευθύνουν τις ευχαριστίες τους· πολλές φορές εφάνη να ευλογεί και να πληθύνει τα υποστατικά και τις διάφορες ύλες και ανάγκες της Μονής.
Αυτά είναι, εν ολίγοις, πού σας ενθύμισα απόψε και τα οποία γνωρίζετε και σεις. Περισσότερο όμως τώρα να στρέψετε την προσοχή σας και τον σεβασμό σας σε τούτο, ότι δηλαδή, αν και υπάρχουν εδώ τυπικά και διάφοροι ευλαβείς γέροντες, μυστηριωδώς για όλους μας και για ένα έκαστον, ο μέγας Γέρων και προστάτης και ηγούμενος και πνευματικός πατήρ, είναι ο οσιώτατος πατήρ ημών Αθανάσιος, ο οποίος είναι ο συνεχιστής, προνοητής του τόπου τούτου, για να μην ειπούμε και όλου του ανατολικού μοναχισμού.
Ταις αυτού αγίαις πρεσβείαις και της Πανάχραντου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός ελέησον και σώσον ημάς.